" ...μητρός τε καί πατρός καί τῶν ἄλλων προγόνων ἁπάντων τιμιώτερόν ἐστιν πατρίς καί σεμνότερον καί ἁγιώτερον καί ἐν μείζονι μοίρᾳ καί παρά θεοῖς καί παρ᾽ ἀνθρώποις τοῖς νοῦν ἔχουσι..." Σωκράτης

Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2011

Η ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΚΛΟΓΙΚΟΥ ΝΟΜΟΥ

ΟΙ ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ
ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΛΕΥΚΩΝ
                                                                         άρθρο του Δημητρίου Πλατή*

Στην παρ. 2 του αρ. 53 του Συντάγματος αναφέρεται ότι στο Κοινοβούλιο υπάρχουν κενές βουλευτικές έδρες που αντιστοιχούν στα λευκά, την αύξηση της αποχής και στα κόμματα που δεν εισέρχονται στο Κοινοβούλιο. Οι εκλογικοί νόμοι 3231/04 και 3636/08 είναι αντισυνταγματικοί διότι πριμοδοτούν το πρώτο κόμμα με 40 και 50 έδρες αντίστοιχα, χωρίς να επαληθεύεται εάν με την παραχώρηση εδρών σχηματίζεται κυβέρνηση διότι σ’ αυτή την περίπτωση στη διαδικασία εντολών σχηματισμού κυβέρνησης θα έχει δεσμεύσει το πρώτο κόμμα παράνομα έδρες από τα άλλα κόμματα μέσω της πριμοδότησης και δεν θα μπορούν τα υπόλοιπα κόμματα να συνεργαστούν για το σχηματισμό κυβέρνησης. 
 Με τον εκλογικό νόμο 3636/2008 το κόμμα που παίρνει την πριμοδότηση δεν μπορεί να συμμετέχει σ’ αυτή τη διαδικασία με αποτέλεσμα να μεταφέρονται κάθε φορά οι έδρες της παραχώρησης και σε 9 ημέρες να αλλάζει σύνθεση 3 φορές το Κοινοβούλιο. Ο μαθηματικός τύπος της απλής αναλογικής αποδεικνύει ότι το πρώτο κόμμα σχηματίζει κυβέρνηση εάν η διαφορά του σε ψήφους από το δεύτερο κόμμα είναι παραπάνω κατά μία ψήφο από το σύνολο των ψήφων των κομμάτων που δεν εισέρχοντο στο Κοινοβούλιο. Έτσι εάν δύο κόμματα τις πρώτες 21 ημέρες μετά τις εκλογές συνεργαστούν για να εισέλθουν στο Κοινοβούλιο τότε η διαφορά μειώνεται και επιτυγχάνεται πιο εύκολα ο σχηματισμός κυβέρνησης και η αρχή του πολυκομματισμού στο Κοινοβούλιο. Από την παρ. 2 του αρ. 53 του Συντάγματος προκύπτει ότι εάν ένα κόμμα επιτυγχάνει την ως άνω διαφορά τότε πριμοδοτείται με τόσες έδρες όσες χρειάζεται για να σχηματίσει κυβέρνηση και μέχρι το ένα τέταρτο του όλου αριθμού των βουλευτών μετά την αφαίρεση των κενών εδρών.
Από την παρ. 2 του άρθρου 53 του Συντάγματος  προκύπτει ότι το τελευταίο έτος έδρα που κενώθηκε συμπληρώνεται μόνο εάν οι κενές έδρες είναι μεγαλύτερες από το ένα πέμπτο (1/5) των εδρών και μέχρι το ένα πέμπτο (1/5) των εδρών απόρροια του οποίου είναι η πλήρωση των εδρών για το σχηματισμό κυβέρνησης στο πρώτο έτος να λαμβάνει χώρα στον αριθμό άνω από το ένα πέμπτο (1/5) των εδρών μέχρι το ένα τέταρτο (1/4) που είναι το επόμενο κλάσμα. Έτσι προσδιορίζεται και το 3% ως ελάχιστο όριο εισόδου στο Κοινοβούλιο. 
Με 200 έδρες στο Κοινοβούλιο και το πρώτο κόμμα να έχει 51 έδρες τότε το 75% των κομμάτων θα πρέπει να παραχωρήσει 50 έδρες, αποδεικνύοντας ότι το ελάχιστο πρώτο ποσοστό είναι 1,5% διότι 75% : 50 = 1,5%. 
Η διαφορά των 100 εδρών από τις 200 έως τις 300 έδρες αντιστοιχεί στο ήμισυ των 200 εδρών και έτσι προστίθεται το 0,75% στο 1,5% σύνολο 2,25% ενώ επειδή η παραχώρηση είναι το ένα τέταρτο του όλου αριθμού των βουλευτών ή το ένα τρίτο που απομένει μετά την παραχώρηση προστίθεται το ένα τρίτο στο 2,25% και έτσι 2,25% + 0,75% = 3%. Έτσι εάν υπάρχουν δύο κόμματα το πρώτο με 51% και το δεύτερο με 49% τότε 100% – 49%= 51% και 51%-2% (που είναι η διαφορά πρώτου – δεύτερου κόμματος) = 49%. Έτσι επειδή το 49% είναι μικρότερο από το 51% το πρώτο κόμμα σχηματίζει κυβέρνηση. Εάν το πρώτο κόμμα έχει 46% το δεύτερο 40% και τα κόμματα εκτός κοινοβουλίου είναι 4% τότε 100%-50%=50% και 50%-6% (που είναι η διαφορά πρώτου – δεύτερου κόμματος)= 44%. Επειδή η διαφορά του από το πρώτο κόμμα που είναι 46% είναι 2% το πρώτο κόμμα σχηματίζει κυβέρνηση ή απευθείας   6%-4%=2%.
Η αφαίρεση των εδρών αντιστοιχεί στις κενές έδρες των λευκών, της αύξησης της αποχής και των ψηφοδελτίων από τα κόμματα που δεν κατακτούν αρχικά το 3%. Τα λευκά αποτελούν το μέρος των θετικών ψήφων που δηλώνουν έγκυρη βούληση πολιτικής αποδοκιμασίας, ενώ τα έγκυρα ψηφοδέλτια αποτελούν το έτερο μέρος των θετικών ψήφων που δηλώνουν έγκυρη προτίμηση πολιτικού κόμματος. Επί των θετικών ψήφων διαμοιράζονται οι 300 έδρες αφού από το Σύνταγμα ο αριθμός των εδρών στο Κοινοβούλιο είναι κυμαινόμενος και όχι σταθερός από 200 ως 300. Πρώτα αφαιρούνται οι έδρες που αντιστοιχούν στα λευκά, μετά οι έδρες που αντιστοιχούν στην αύξηση της αποχής και στη συνέχεια οι έδρες που αντιστοιχούν στα έγκυρα ψηφοδέλτια των κομμάτων που δεν εισέρχονται στο Κοινοβούλιο, διότι από το Σύνταγμα συνδέονται οι δύο διαδοχικές συνθέσεις στο Κοινοβούλιο για να αφαιρεθούν οι έδρες που αντιστοιχούν στην αύξηση της αποχής, καθόσον ο χρόνος που μεσολαβεί μεταξύ δύο αναθεωρήσεων του Συντάγματος είναι πέντε (5) έτη ενώ ο συνολικός χρόνος δύο θητειών τα οκτώ (8) έτη. Έτσι με 34% λευκά (με ή χωρίς την αύξηση της αποχής) και άνω αφαιρούνται το μέγιστο 100 έδρες, ενώ με τα λευκά από 50,1% και άνω ο ελληνικός λαός που είναι το ανώτατο όργανο του κράτους που διαμορφώνει και καθορίζει τη σύνθεση του Κοινοβουλίου και την κυβέρνηση με την εντολή του διατηρεί την αρμοδιότητα για την εφαρμογή και εκτέλεση των νόμων με εγκριτικό ή μη δημοψήφισμα για νόμους που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με τα προβλεπόμενα στο Σύνταγμα αφαιρώντας σ’ αυτή την περίπτωση την αρμοδιότητα της εφαρμογής και εκτέλεσης των νόμων από το Κοινοβούλιο και την κυβέρνηση αφού ο εκλογικός νόμος 3636/2008 εφαρμόστηκε απευθείας στις εκλογές του Οκτωβρίου του 2009. Έτσι με βάση τα λευκά ο λαός αποφασίζει αφού τα λευκά δεν επιτρέπεται να αθροίζονται ούτε ακούσια ούτε εκούσια με τα έγκυρα ψηφοδέλτια.

 * Το παρόν άρθρο δημοσιεύθηκε και στις εφημερίδες ΄΄ΘΕΣΣΑΛΙΑ΄΄ και ΄΄ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ΄΄ την 2α Δεκεμβρίου 2011.

Από : olympia.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου