Προ ημερών η βαχαμπιστική Σαουδική Αραβία με την εκτέλεση του σιίτη αντικαθεστωτικού κληρικού Νιμρ αλ Νιμρ άνοιξε έναν νέο γύρο αντιπαράθεσης και συγκρούσεων με την προστάτιδα δύναμη των Σιιτών το Ιράν, την χώρα δηλαδή που θεωρείται ανερχόμενη περιφερειακή δύναμη στην Αραβική Χερσόνησο. Η λεγόμενη Δύση, ήτοι ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και ΕΕ, άνοιξε διάπλατα τον δρόμο και προλείανε το έδαφος στην παρούσα επιθετική δράση του Ριάντ εναντίον της Τεχεράνης, κάτι που αποδεικνύεται από την πολιτική που ασκείται από την δυτική συμμαχία τα τελευταία 15 χρόνια στην Μέση Ανατολή.
Στην διάρκεια των τελευταίων 15 ετών οι χώρες της Δύσης, με αιχμή του δόρατος τις ΗΠΑ, την Γερμανία, την Βρετανία και την Γαλλία ενισχύουν συστηματικά την Σαουδική Αραβία ως αντίπαλο δέος του Ιράν. Πριν από την Σαουδική Αραβία τον ρόλο του αντιπάλου δέους προς το Ιράν κατείχε το Ιράκ του Σαντάμ, σε μια περίοδο που ο ηγέτης αυτής της χώρας είχε κηρύξει τον πόλεμο στην Τεχεράνη, ένα πόλεμος που διήρκεσε 8 χρόνια (1980-1988) και είχε ως αποτέλεσμα την οικονομική και στρατιωτική καταστροφή των δυο χωρών.
Η αντι-ιρανική συνεργασία της Δύσης με το Ριάντ ξεκινά το 2000, σε ένα στρατηγικό σκηνικό προπαρασκευής της εισβολής των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων στο Ιράκ (2003). Η ενίσχυση της Σαουδικής Αραβίας πριν την εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ έγινε για να σχηματιστεί ένα αντίβαρο στο Ιράν. Η καταστροφή του Ιράκ από τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις έπρεπε να αντισταθμιστεί με την στρατιωτική ενίσχυση της Σαουδικής Αραβίας, έτσι ώστε το Ιράν να μην εμφανιστεί ως κυρίαρχη περιφερειακή δύναμη στην Αραβική Χερσόνησο-Μέση Ανατολή.
Την φιλοδοξία της περιφερειακής κυριαρχίας ουδόλως είχε αποκρύψει το Ιράν, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας 2000 το στρατηγικό του δόγμα προέβλεπε μια προεξέχουσα θέση στον Περσικό Κόλπο στον στρατιωτικό, οικονομικό και τεχνολογικό τομέα. Η επιλογή της Δύσης λοιπόν για τα σχέδια του Ιράν ήταν η ενίσχυση της Σαουδικής Αραβίας και ταυτόχρονα η εξουδετέρωση της πολιτικής της Τεχεράνης. Η εξουδετέρωση αυτή είχε την μορφή της απειλής πολέμου από τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, καθώς και των γνωστών οικονομικών και άλλων κυρώσεων της Δύσης.
Η στρατιωτική και πολιτική ενίσχυση της Σαουδικής Αραβίας δημιούργησε τις προϋποθέσεις να εμφανίζεται το Ριάντ ως απαραίτητος σύμμαχος και ηγέτιδα δύναμη σε μια αντι-ιρανική συμμαχία στην Αραβική Χερσόνησο, μια αντι-ιρανική συμμαχία που σκοπό έχει να ισορροπήσει και να ακυρώσει τις φιλοδοξίες και αξιώσεις της Τεχεράνης στην περιοχή. Η στρατιωτική ενδυνάμωση του Ριάντ με σύγχρονα οπλικά συστήματα και κοινά γυμνάσια με τις ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ, της Γερμανίας, της Βρετανίας και της Γαλλίας έδωσαν την δυνατότητα στην Σαουδική Αραβία να αυξήσει το δυναμικό απειλής κατά της Τεχεράνης, παράδειγμα αυτού η προσπάθεια ακύρωσης ανάληψης της εξουσίας από τους συμμάχους της Τεχεράνης Χούτι στην Υεμένη.
Μετά την αποτυχία της πολιτικής στην Συρία, η Δύση δεν έχει πλέον πλην της Σαουδικής Αραβίας άλλο στρατηγικό στήριγμα στην Αραβική Χερσόνησο, στήριγμα που θα μπορούσε να εξισορροπήσει τις ηγεμονικές βλέψεις του Ιράν. Μόνο η περαιτέρω ενίσχυση του τυραννικού καθεστώτος του Ριάντ μπορεί να δημιουργήσει μια ισορροπία στην περιοχή που θα επιτρέψει στην Δύση την διατήρηση των στρατηγικών της στόχων και επιδιώξεων.
Η αντι-ιρανική συμμαχία οδηγεί ταχέως σε τοξικές επιπτώσεις σε όλη την Μέση Ανατολή, επιπτώσεις που ουδόλως έχουν σχέση με θρησκευτική αντιπαλότητα και τον σουνιτικό-σιιτικό διχασμό. Η Σαουδική Αραβία ως προπομπός και προμετωπίδα της αμερικανοσιωνιστικής πολιτικής στην Αραβική Χερσόνησο προσπαθεί να κλιμακώσει τον ανταγωνισμό για επιρροή και επικράτηση στην περιοχή. Ένας ανταγωνισμός όμως που λειτουργεί ως εναυσματική ύλη και στην βία μεταξύ θρησκευτικών ομάδων. Η σύγκρουση μεταξύ σουνιτών-σιιτών δεν έχει σχέση με την θρησκεία. Έχει σχέση με τον ψυχρό πόλεμο Ιράν-Σαουδικής Αραβίας, έχει σχέση με τα σχέδια της Δύσης για την Μέση Ανατολή και την Αραβική Χερσόνησο.
Γ. Λιναρδῆς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου