Οἱ "δράκοι" πίσω μηχανορραφοῦν γιά τό "ἄνοιγμα τοῦ λάκκου" τῆς νήσου...( φωτό) |
ΕΠΡΟΚΕΙΤΟ ουσιαστικά για μια κίνηση-πρόκληση, παρόλο που ο Μακάριος φρόντισε πολύ πιο πριν να ζητήσει από τον τότε Αρχηγό της Εθνικής Φρουράς στρατηγό Χαράλαμπο Χαραλαμπόπουλο, κατάλογο για τις ανάγκες της Εθνικής Φρουράς, τον οποίο και πήρε. Η αλήθεια, όμως, είναι πως επρόκειτο για προσπάθεια να ξεγελασθεί η ηγεσία της Εθνικής Φρουράς, η οποία αγνοούσε τόσο το είδος, όσο και την ποσότητα του εισαχθέντος οπλισμού, ο οποίος καμιά σχέση είχε με τον κατάλογο Χαραλαμπόπουλου. Οι χώροι, εξ’ άλλου, που φυλάχθηκε ο οπλισμός, αποδείκνυε καθαρά ότι δεν προοριζόταν για τον στρατό.
ΓΙΑ την αγορά του οπλισμού είχε πάει μυστικά στη Τσεχοσλοβακία ο Ανδρέας Αζίνας, Διοικητής Συνεργατικής Αναπτύξεως. Ο οπλισμός πληρώθηκε με τα χρήματα του Συνεργατισμού! ( Περί Συνεργατισμοῦ στήν Κύπρο,μποροῦμε νά διαβάσουμε ΕΔΩ)
Το πλοίο με τα τσεχοσλοβακικά όπλα είχε φτάσει νύχτα στον όρμο Ξερού όπου, παρ’ όλες τις προσπάθειες της πλευράς Μακαρίου όπως το γεγονός κρατηθεί μυστικό, αυτό έγινε αντιληπτό από υποστηρικτές του στρατηγού Γρίβα. Οι οποίοι, όχι μόνο παρακολούθησαν διακριτικά την εκφόρτωση και μεταφορά του οπλισμού, αλλά και προσπάθησαν να τον θέσουν υπό τον έλεγχό τους. Προς τούτο οργάνωσαν επιχείρηση αρπαγής μέρους του οπλισμού, που είχε μεταφερθεί την ίδια νύχτα της εκφόρτωσής του στο μεταλλείο Μιτσερού. Όμως, κάποιοι από τους εντεταλμένους για την αρπαγή έγιναν αντιληπτοί από μακαριακά στοιχεία και συνελήφθησαν από την Αστυνομία. Παράλληλα η Αστυνομία, μετά από υπόδειξη, ανακάλυψε σε σπίτι στον Άγιο Παύλο Λευκωσίας μεγάλη ποσότητα όπλων και πυρομαχικών, τα οποία ανήκαν στις ομάδες του στρατηγού Γρίβα. Συλλήψεις έγιναν και στην περίπτωση αυτή, οι οποίες, σε συνδυασμό με τη μυστική εισαγωγή του οπλισμού από τον Μακάριο, αύξησαν τα πυκνά σύννεφα που υπήρχαν από το 1959 ενωτικών και ανεξαρτησιακών στην Κύπρο, που είχαν βαρύνει περισσότερο μετά την άφιξη του στρατηγού Γρίβα στην Κύπρο. Η μεγαλύτερη ποσότητα των τσεχοσλοβακικών όπλων είχαν αποθηκευτεί στα υπόγεια της Αρχιεπισκοπής, όπου και κατέληξαν, στη συνέχεια, και όσα είχαν αποθηκευτεί προσωρινά στο Μιτσερό.
Γιατί δεν ήρθαν οι αξιωματικοί, για συνδρομή στον Γρίβα
ἀπό ἐδῶ |
Ο ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ, παράλληλα, συνέχιζε να κρύβεται και να σιωπά, αλλά έβλεπε καθαρά πια – πέρα από την προετοιμασία παρακρατικών ομάδων σε παγκύπρια βάση και τις προκλητικές ενέργειες από πλευράς μακαριακών – και τις έντονες και αγωνιώδεις προσπάθειες του στρατιωτικού καθεστώτος των Αθηνών να ανακαλύψει το κρησφύγετό του, αλλά και να διεισδύσει, μέσω πρακτόρων του, στις τάξεις της Οργάνωσής του. Στοχοποιούσε επίσης την Χούντα για την μη κάθοδο στην Κύπρο Ελλαδιτών αξιωματικών, οι οποίοι είχαν αρχικά προσφερθεί να έρθουν και να συνδράμουν τον αγώνα του.
• Η ΕΞΗΓΗΣΗ γι’ αυτό ήταν ότι, η πλειοψηφία των αξιωματικών αυτών ήρθαν σε συνεννόηση με τον Μακάριο, ο οποίος και τους απέτρεψε να συνεργασθούν με τον Διγενή, αλλά και γιατί παλιοί Έλληνες πολιτικοί, με τους οποίους επίσης είχε επαφή ο στρατηγός και συμφώνησαν με την κάθοδό του στην Κύπρο, έσπευσαν να ενημερώσουν τον Καραμανλή και ξένους κύκλους για τις κινήσεις Γρίβα, με σκοπό να ρίξουν την Χούντα και όχι να βοηθήσουν την Κύπρο.
ΚΑΤΙ παρόμοιο, δηλαδή, που έγινε και στο παρελθόν: Το 1964 με τα γεγονότα τα Τηλλυρίας, τα οποία άρχισαν με εντολή του Μακαρίου, εν αγνοία της Ελληνικής Κυβερνήσεως και του επικεφαλής όλων των στρατιωτικών δυνάμεων στην Κύπρο, Γρίβα Διγενή, προκειμένου να ναυαγήσει το «Σχέδιο Άτσεσον», αλλά και το 1967 με το φιάσκο της Κοφίνου. Εξυφάνθηκε τότε το γνωστό σατανικό σενάριο δημιουργίας σοβαρής κρίσης στην Κύπρο προκειμένου να αποχωρήσουν από το νησί Διγενής και ελληνική μεραρχία και, σε συνεννόηση με παλιούς Έλληνες πολιτικούς και τον βασιλιά Κωνσταντίνο και τη συμβολή δυτικών παραγόντων και της Τουρκίας, να γίνει προσπάθεια πτώσης του στρατιωτικού καθεστώτος. Το πρώτο σκέλος του σχεδίου πέτυχε, το δεύτερο όμως όχι. Πέτυχε, δυστυχώς και στον απόλυτο μάλιστα βαθμό το 1974, με τη εισβολή και καταστροφή της Κύπρου.
ΕΥΤΥΧΩΣ, τα γεγονότα μια μέρα, έστω και αργά, αποκαλύπτονται και η αλήθεια μεσουρανεί στον ορίζοντα της Ιστορίας. Για πάντα.
Γρίβας Διγενής: «Η Χούντα θα φάει το κεφάλι της»
ΝΑ σημειωθεί ότι, στις διαταγές του προς τα στελέχη και μέλη της Οργάνωσής του μετά την κάθοδό του στην Κύπρο, ο στρατηγός Γρίβας απέκλειε κάθε επαφή και συνεργασία με την Χούντα. Χαρακτηριστικό τούτου, το ακόλουθο απόσπασμα επιστολής του προς τον Έλληνα εφοπλιστή Ανδρέα Ποταμιάνο:
«Όσον αφορά την Χούντα, αύτη μας πολεμά άγρια εδώ, άλλα θα φάει και αυτή το κεφάλι της στην Κύπρο. Τα όργανά της ψάχνουν να ανακαλύψουν πού μένω, αλλά τους έστειλα την απάντησή μου. Προσεπάθησαν να εισχωρήσουν εις την Οργάνωσιν, αλλά συνέτριψα πάσαν απόπειράν των. Η απόφασίς μου είναι να προχωρήσω μόνος μου…». (Η επιστολή δημοσιεύτηκε στο αθηναϊκό «ΒΗΜΑ», στις 11 Ιουλίου 1975».
ΝΑ σημειωθεί στο σημείο αυτό, ότι:
• ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΖΟΜΕΝΟΣ να κατέλθει στην Κύπρο το 1971 ο Διγενής, είχε συστήσει επιτακτικά στους στενούς συνεργάτες του που ήσαν οι μόνοι ενήμεροι για τις λεπτομέρειες, να μην αποκαλύψουν το γεγονός σε δυο Κύπριους και ισάριθμους Ελλαδίτες, ένας των οποίων ήταν ο Ποταμιάνος. Για λόγους που μόνο ο ίδιος ο στρατηγός γνώριζε και που προκαλούν ανεξήγητες απορίες, με βάση τα όσα ακολούθησαν.
Ο ΠΟΤΑΜΙΑΝΟΣ είχε, ως γνωστόν, κατονομασθεί κατ’ επανάληψη από το καθεστώς Μακαρίου ως «χρηματοδότης το Γρίβα», κάτι που δεν είναι ιστορικά αποδεδειγμένο. Επίσης, ότι αυτός διέθεσε το πλοιάριο που έφερε στην Κύπρο τον στρατηγό, που επίσης δεν είναι αληθές. (Αργότερα, βέβαια, το «τροπάρι» για το πλοιάριο άλλαξε προς το χειρότερο, με την προβολή του σκόπιμου και αισχρού ψεύδους, ότι ανήκε…στον Τούρκο Αλί Ντανά»!)
Η κατάληξη των τσεχοσλοβακικών όπλων
ΜΕ αφορμή της εισαγωγή των τσεχοσλοβακικών όπλων και την, με άγνωστους για την Χούντα σκοπούς, κάθοδο Γρίβα, το ελληνικό στρατιωτικό καθεστώς βρήκε την ευκαιρία να θέσει σε ενέργεια τη μόνιμη επιδίωξή του για παραμερισμό από το προσκήνιο, τόσο του Μακάριου, όσο και του Διγενή. Είχε καταδικάσει έντονα την εισαγωγή τσεχοσλοβακικών όπλων, όπως έπραξε και η Τουρκία, με προειδοποίηση μάλιστα η δεύτερη, για «κινδύνους για τον συνεχιζόμενο ενδοκυπριακό διάλογο και αναταραχή στο εσωτερικό μέτωπο». Επίσης, η Χούντα είχε ζητήσει όπως τα όπλα παραδοθούν αμέσως στην Εθνική Φρουρά, κάτι όμως που ο Μακάριος απέρριψε, με την προσθήκη ότι «δεν της έτρεφε καμία εμπιστοσύνη». Για το θέμα, η Χούντα είχε προβεί και σε δεύτερο διάβημα, όπως τα όπλα παραδοθούν στην ειρηνευτική δύναμη των ΟΗΕ στην Κύπρο, κάτι που ο Μακάριος αποδέχτηκε.
ΤΑ όπλα κατέληξαν στην ΟΥΝΦΙΚΥΠ αλλά, «είχαν και την ιστορία τους». Παρέμειναν φυλαγμένα σε αποθήκες της δύναμης κοντά στο αεροδρόμιο Λευκωσίας για πολλά χρόνια. Τελικά – επί Κληρίδη – επιστράφηκαν στην Κυβέρνηση, «ανάπηρα», όμως, για να μην μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Και πουλήθηκαν ως παλιοσίδερα!
«Να αποχωρήσουν του παρασκηνίου Μακάριος και Γρίβας»
ΑΡΧΕΣ Φεβρουαρίου 1972, το στρατιωτικό καθεστώς της Ελλάδας είχε καλέσει στην Αθήνα για διαβουλεύσεις τον Έλληνα πρέσβη στη Λευκωσία, υφυπουργό Εξωτερικών, Κωνσταντίνο Παναγιωτάκο, ο οποίος, επιστρέφοντας την Κύπρο, επέδωσε στις 11 του μηνός διακοίνωση της Ελληνικής Κυβέρνησης προς τον Μακάριο, στην οποία αναφέρονταν, μεταξύ άλλων, και τα εξής:Παπαδόπουλος-Μακάριος-Γρίβας ( φωτό)
1. Σε περίπτωση που τα τσεχοσλοβακικά όπλα διανεμηθούν στο εσωτερικό μέτωπο, «τούτο θα οδηγηθή εις την αδελφοκτονίαν και την καταστροφήν».
2. Εθνικόν Κέντρο» του Ελληνισμού είναι και παραμένουν αι Αθήναι».
3. Να συγκροτηθεί «Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητος εξ όλων των παρατάξεων του εθνικόφρονος κόσμου του κυπριακού Ελληνισμού».
4. «Η Ελλάς δεν δύναται να αποδεχθή οιανδήποτε ευθύνην, είτε επί του εθνικού, είτε επί διεθνούς επιπέδου, εξ’ ενεργειών προς ας είναι ξένη».
Ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΚΟΣ μετέφερε επίσης προφορικό μήνυμα στους Μακάριο και Γρίβα, στο οποίο αναφερόταν ότι: «Η Ελληνική Κυβέρνησις, αποβλέπουσα πάντοτε εις την εξυπηρέτησιν των υψίστων συμφερόντων του Έθνους, εν τω πλαισίω των οποίων πρωταρχικήν σημασίαν έχει η διατήρησις της ομαλότητος και η ειρηνική διαβίωσις του κυπριακού ελληνισμού, φρονεί ότι ο αποτελεσματικότερος τρόπος της επιτεύξεως του σκοπού τούτου είναι η εκουσία αποχώρησις εκ του πολιτικού προσκηνίου των δύο κεντρικών προσωπικοτήτων εις τας οποίας κορυφούται η δημιουργηθείσα εν Κύπρω έντασις. Μία τοιαύτη χειρονομία κατά την παρούσαν στιγμήν, θα αποτελέσει εθνικήν προσφοράν δια την εκτόνωσιν των απαθών.»
Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ, τόσο του Διγενή όσο και του Μακαρίου, στο αίτημα των Αθηνών για αποχώρησή τους από το πολιτικό ρποσκληνιο ήταν απορριπτική. Ο στρατηγός Γρίβας έστειλε, μέσω συνεργάτη του, προσωπικό μήνυμα στον Παπαδόπουλο, με τον οποίο απέκρουε κατηγορηματικά «κάθε σκέψη» για εθελούσια αποχώρησή του από τον πολιτικό στίβο. Από την πλευρά του ο Μακάριος, με επιστολή του επίσης προς τον ηγέτη του στρατιωτικού καθεστώτος (14/3/1972), ενώ δεν απέκρουε την απαίτηση για δημιουργία Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, επιφύλασσε στον εαυτό του «ακέραιον το δικαίωμα της τελικής επιλογής» (των υπουργών), το οποίο σήμαινε ουσιαστικά απόρριψη της απαίτησης. Ανταπαντώντας στον Μακάριο ο Παπαδόπουλος, επέμεινε στο προβάδισμα των Αθηνών στο εθνικό θέμα.
ΜΕ την προβολή της απαίτησης Παπαδόπουλου όμως, ο στρατηγός Γρίβας βρήκε την ευκαιρία να εκφράσει και τα εχθρικά του αισθήματα προς την Χούντα. Όπως έγραψε στο Ημερολόγιό του στις 16/2/72: «Κατόπιν ψιθύρων ότι ελεγχόμεθα από την Ελληνικήν Κυβέρνησιν, εξέδωσα διαταγήν δι’ ης γνωρίζω εις τα μέλη μας ότι, ούτε ελεγχόμεθα παρ’ οιουδήποτε, ούτε ακολουθούμεν πολιτικήν οιουδήποτε».
ΗΠΑ και Σοβιετική Ένωση εναντίον της Διακοίνωσης
ΝΑ σημειωθεί ότι:
Στη Διακοίνωση του στρατιωτικού καθεστώτος των Αθηνών προς τον Μακάριο, αντέδρασαν τόσο η Αμερική όσο και η Ρωσία (τότε ΕΣΣΔ). Όπως έγραψε σχετικά ο Κ. Παναγιωτάκος: «Υπήρξε πιεστική παρέμβαση» του πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα Χένρι Τάσκα προς τον Γ. Παπαδόπουλον δια την ματαίωσιν της επιδόσεως της Διακοινώσεως, πλην όμως ο Πρωθυπουργός ήτο ανένδοτος».
ΑΠΟ πλευράς Σοβιετικής Ένωσης η αντίδραση ήταν εντονότερη. Σύμφωνα με τον Έλληνα υπουργό Εξωτερικών Χρίστο Ξανθόπουλο Παλαμά: « Το σοβαρότερον διάβημα εγένετο κατ’ εντολήν της Μόσχας υπό του εν Αθήναις Ρώσου πρέσβεως. Ούτος, αφού εχαρακτήρισε την ελληνικήν ενέργειαν ως ανάμειξιν εις τα εσωτερικά ανεξαρτήρου κράτους και, αφού κατέκρινε την σύστασιν περί συγκροτήσεως Κυβερνήσεως εθνικής ενότητος, ετόνισεν ότι η Σοβιετική Ένωσις ίσταται όπισθεν της κυπριακής ανεξαρτησίας. Έφθασε δε ολίγον αργότερον να μου πει αυτολεξεί, λόγου γενομένου περί βελτιώσεως των ελληνοσοβιετικών σχέσεων, ότι « αι ελληνοσοβιετικαί σχέσεις διέρχονται δια του Μακαρίου΄- επωνύμως του Μακαρίου».
Η ΚΡΙΣΗ του Φεβρουαρίου 1972 είχε, βέβαια, είχε και ένα ακόμη… «κύριο πιάτο» στο «μενού» της: Τις έντονες φήμες για διενέργεια Πραξικοπήματος από μέρους των στρατοκρατών της Ελλάδας εναντίον του Μακαρίου. Εξ αιτίας αυτού, αλλά και τα Διακοίνωσης, ακολούθησε μεγάλο συλλαλητήριο υπέρ του Κυπρίου Προέδρου, άγριες επιθέσεις και κατηγορίες εναντίον της Ελληνικής Κυβερνήσεως, αλλά και αγωνιώδεις προσπάθειες του Μακαρίου για συνάντηση και συνεννόηση με τον Διγενή.
Η ΔΙΑΚΟΙΝΩΣΗ του στρατιωτικού καθεστώτος των Αθηνών προς τον Μακάριο, στις 11/2/1972, δημιούργησε κύμα αντιδράσεων στο στρατόπεδο του Κύπριου Προέδρου. Ανεξαρτησιακοί, λουφαδόροι και παράσιτα του καθεστώτος, παρακρατικοί και κομμουνιστές βρέθηκαν στους δρόμους με κραυγές υπέρ του Μακαρίου. Το βόλεμα σε θέσεις, τα ευνοϊκά συμβόλαια σε ημέτερους, οι αναξιοκρατικοί διορισμοί, η συγκάλυψη εγκλημάτων «δικών μας», που ξεκίνησαν το 1960 και συνεχίζονταν, έφεραν στο «μετερίζι του πεζοδρομίου» όλους αυτούς να διαδηλώνουν «υπέρ του λαοφιλούς Εθνάρχη, ο οποίος απειλείτο θανάσιμα από την Χούντα». Στον ίδιο χορό και ο ελεγχόμενος Τύπος σε Κύπρο, Ελλάδα, ακόμα και σε άλλες χώρες. Γιατί,τα ποσά που πληρώνονταν για την εξαγορά δημοσιογράφων και ραδιοφωνικών καναλιών ήταν μεγάλα.
«Μια ζωή, ο Μακάριος κρατούσε δυο σχοινιά»
ΚΥΡΙΑΡΧΟ σύνθημα στις έντονες διαμαρτυρίες των «μακαριακών» ήταν το «κάτω η Χούντα». Γιατί; «Διότι σχεδίαζε πραξικόπημα εκείνες τις μέρες και το οποίο έπρεπε να αποτραπεί».
• ΣΤΕΝΟΣ συνεργάτης του Μακαρίου, που γνώριζε από πρώτο χέρι πρόσωπα και πράγματα, και του οποίου τη μαρτυρία διατηρώ στο αρχείο μου, με διαβεβαίωσε πως: «Όσα λέγονταν περί πραξικοπήματος δεν στηρίζονταν καθόλου σε ασφαλείς πληροφορίες, αλλά μόνο σε σκόπιμους ψιθύρους, που είχαν συγκεκριμένη πηγή και σκοπούσαν στη δημιουργία έχθρας κατά του στρατιωτικού καθεστώτος των Αθηνών, το οποίο από το 1967 βρισκόταν στο στόχαστρο παλιών πολιτικών της Ελλάδας, και του εξόριστου βασιλιά Κωνσταντίνου».
( Γιά « ταύτισιν ἀπόψεων ἐπί τοῦ Κυπριακοῦ,ἀμφοτέρων τῶν πλευρῶν»,ἔκανε λόγον ὁ Μακάριος ἐπί Παπαδοπούλου...)
Ο ΙΔΙΟΣ παράγοντας, μου επισήμανε επίσης πως οι πιο πάνω «ήταν σε συνεχή επαφή και συνεννόηση με τον Μακάριο». Σε παρατήρησή μου, ότι από του 1967 ο Κύπριος Πρόεδρος δεν έχανε ευκαιρία να επισημαίνει «την αγαστή συνεργασία του με το στρατιωτικό καθεστώς», η απάντηση που πήρα ήταν: «Μια ζωή, ο Μακάριος κρατούσε δυο ή και περισσότερα σχοινιά. Φτάνει αυτό να εξασφάλιζε την παραμονή του στην προεδρία. Δυστυχώς, όμως, η τακτική αυτή ζήμιωσε στο τέλος και τον ίδιο και την Κύπρο. Περισσότερο την Κύπρο».
( Τά ἴδια ἔλεγε καί πρός τούς δημοκράτες,πρίν τό 1967: « Ὀποιαδήποτε προτασις ἀποκλείουσα τήν Ἕνωσιν,δέν γίνεται δεκτή» )
Το ΑΚΕΛ ήθελε ένοπλα τα μέλη του
ΤΑ περί σχεδιαζόμενου πραξικοπήματος, έδωσαν – πέραν των έντονων διαμαρτυριών και οχλαγωγιών – την ευκαιρία και για την ισχυροποίηση του μακαριακού παρακράτους, στο οποίο έγινε διανομή οπλισμού και προσθήκη μελών. Το γεγονός αυτό εκμεταλλεύτηκε κυρίως το ΑΚΕΛ, το οποίο προσπάθησε όπως μέλη και στελέχη του εξοπλισθούν, κάτι που αποτελούσε μόνιμο σχεδιασμό και επιδίωξή του διαρκούντος ακόμη του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ. Το σχετικό αίτημα δεν έγινε δεκτό από τον Μακάριο, αργότερα όμως, όπως θα δούμε, το ΑΚΕΛ έδωσε κατάλογο 1000 μελών του στον Μακάριο για ένοπλη παρουσία σε παρακρατικές ομάδες, με αποκορύφωμα των ενεργειών του στο θέμα αυτό, παραμονές του Πραξικοπήματος του 1974 να προχωρήσει και σε εισαγωγή όπλων με δική του πρωτοβουλία!
Η ΜΗΝΙΣ των μακαριακών, όπως εξελίχθηκε τον Φεβρουάριο του 1972, δεν εξαντλείτο μόνο κατά της Ελλάδας αλλά και κατά του στρατηγού Γρίβα, του οποίου η συνεχιζόμενη απόκρυψη και σιωπή, πέραν της υστερίας που δημιουργούσε σε πολλούς, αναζωπύρωσε τους ψευδείς ισχυρισμούς για «αποστολή του από την Χούντα για να πολεμήσει τον Μακάριο».
«Πραξικόπημα δεν μπορούσε να γίνει»
ΤΟ ερώτημα που προβάλλει επιτακτικά, είναι: Υπήρχαν οι δυνατότητες διενέργειας πραξικοπήματος τη συγκεκριμένη περίοδο, έστω και σε περιορισμένη μορφή; Η απάντηση – που δόθηκε και από τον προαναφερθέντα μακαριακό παράγοντα – είναι ότι «κάτι τέτοιο ήταν εντελώς αδύνατο». Και πρόσθεσε: «Η Εθνική Φρουρά δεν είχε καμιά επιχειρησιακή δυνατότητα για κάτι τέτοιο, ενώ μηδενική ήταν και η πιθανότητα συνδρομής σε μια πραξικοπηματική ενέργεια του στρατηγού Γρίβα».
ΝΑ επισημάνω στο σημείο αυτό, πως μιλούμε για μια περίοδο κατά την οποία ο Μακάριος, στα πλαίσια της τακτικής του «να παίζει σε πολλά ταμπλό», είχε δρομολογήσει για καλά τη διάνοιξη διόδου επαφής με τον Διγενή. Οι προσπάθειες αυτές εντάθηκαν μετά τη διακοίνωση των Αθηνών και την απαίτησή τους να αποσυρθούν από το πολιτικό προσκήνιο Μακάριος και Γρίβας, γεγονός που βοηθούσε την πλευρά Μακαρίου να πετύχει συνεννόηση με τον στρατηγό.
• ΗΤΑΝ δυνατό, λοιπόν, με αυτά τα δεδομένα, ο Διγενής να συνδράμει πραξικόπημα της Χούντας με την οποία ήταν «στα μαχαίρια» και, μάλιστα, το 1968 είχε συστήσει και ένοπλη Οργάνωση εναντίον της;
Η ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ είχε, τον Φεβρουάριο του 1972, φτάσει σε τέτοιο σημείο, που ο Πρόεδρος της Βουλής Γλαύκος Κληρίδης είχε, με παρότρυνση Μακαρίου πάει στον Αμερικανό πρέσβη στην Κύπρο και του ζήτησε «να ενεργήσει προς το στρατιωτικό καθεστώς των Αθηνών, ώστε να μην προχωρήσει σε πραξικόπημα».
ΝΑ επαναλάβω στο σημείο αυτό, ότι ο ηγέτης του στρατιωτικού καθεστώτος των Αθηνών Γεώργιος Παπαδόπουλος, είχε πράγματι απειλήσει τότε με πραξικόπημα στην Κύπρο, «προκειμένου να ασκήσει πίεση στον Μακάριο». Αυτό έγραψε σε βιβλίο του ο Μάνος Ν. Χατζηδάκης, δημοσιογράφος προσκείμενος στο στρατιωτικό καθεστώς και, κατά το μάλλον ή ήττον, πρέπει να είναι ακριβές.
ΤΟ γελοίο, όμως, της υπόθεσης ήταν πως, ενώ από μακαριακής πλευράς διακηρυσσόταν «στους εφτά ουρανούς», ότι «το πραξικόπημα της Χούντας είχε πίσω του τη CIA», η αλήθεια είναι ότι οι ΗΠΑ, όπως προαναφέρθηκε, όχι μόνο δεν συμφωνούσαν με τη διακοίνωση προς Μακάριο, αλλά είχαν κάμει και διάβημα προς το στρατιωτικό καθεστώς να μην την αποστείλει! ( ἔμ βέβαια ἀφοῦ ἦταν ἀκόμη νωρίς. Τά σχέδια προέβλεπαν κι᾿ἄλλα πράγματα ὥστε νά ἐπανέλθουν οἱ παλαιοί πολιτικάντηδες μετά βαΐων καί κλάδων,νά ἑδραιωθοῦν ὡς οἱ μόνοι «σωτῆρες τῆς δημοκρατίας»!)
Η προσέγγιση Μακαρίου προς Γρίβα
ΕΓΙΝΑΝ, λοιπόν, πολλές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας την περίοδο που ανασκοπούμε από το στρατόπεδο Μακαρίου, υπήρξαν εξωθούμενες από πολιτικούς παράγοντες μαθητικές διαδηλώσεις, πολύ βρισίδι εναντίον της Χούντας, οχετοί ύβρεων εναντίον του Διγενή, όμως ο Μακάριος δεν είχε άλλη έγνοια – ούτε και διέξοδο – εκείνη την περίοδο, από το να πλησιάσει τον στρατηγό. Ο τελευταίος, με βάση το σχέδιό του όταν κατέβαινε στην Κύπρο, να συνεργαστεί με τον Μακάριο για αποτροπή διχοτομικής λύσης στο Κυπριακό, αντιμετώπισε θετικά τις παρακλήσεις του Προέδρου. Επειδή, όμως, ήθελε από την όποια συνεργασία του μ’ αυτόν να υπάρξει κέρδος για την επανατοποθέτηση του Κυπριακού στην ενωτική πορεία, έβαζε κάτω κάποιες σκέψεις που προσδοκούσε πως θα δημιουργούσαν τη βάση μιας στέρεης συνεργασίας.
ΜΕΣΩ του στενού του συνεργάτη Σταύρου Σταύρο Σύρου ( ὑπαρχηγός τῆς ΕΟΚΑ Β΄) , ο στρατηγός αντάλλαξε αρκετά προφορικά μηνύματα με τον Μακάριο, ο οποίος αποδεχόταν το κάθε τι. Στα πλαίσια της τακτικής αυτής, έδωσε και εντολή στον φιλικό του Τύπο, την Αστυνομία και τις παρακρατικές του ομάδες, να χαλαρώσουν τους τόνους και τα μέτρα τους εναντίον των οπαδών του Διγενή.
Μητροπολίτες προς Μακάριο: «Να μείνεις μόνο Αρχιεπίσκοπος»
ΚΙ ΕΝΩ έτσι είχαν τα πράγματα κι σχετικά ένα ευνοϊκό κλίμα δημιουργείτο για το εσωτερικό μέτωπο της Κύπρου, ήρθε η συνεδρία της Ιεράς Συνόδου (2/3/72) να αναταράξει για τα καλά τα νερά και να δημιουργήσει ένα νέο δυσοίωνο σκηνικό. Οι τρεις Μητροπολίτες, Πάφου Γεννάδιος, Κιτίου Άνθιμος και Κυρηνείας Κυπριανός, σε συνεδρία της Ιεράς Συνόδου στις 2 Μαρτίου 1972, ζήτησαν την άμεση παραίτηση του Μακαρίου από την προεδρία και την παραμονή του αποκλειστικά και μόνο στα ιερατικά του καθήκοντα.
Η ΕΝΕΡΓΕΙΑ αυτή, να τονίσω πως δεν ήταν «κεραυνός εν αιθρία, ούτε και είχε σχέση με οποιαδήποτε «συνωμοσία» ή «εκκλησιαστικό πραξικόπημα», όπως έσπευσαν να διαλαλούν οι μακαριακοί. Οι Μητροπολίτες είχαν από το 1959 διαφωνήσει με την ανάληψη πολιτικών καθηκόντων από τον Αρχιεπίσκοπο, καλώντας τον να μην θέσει υποψηφιότητα στις πρώτες εκλογές για την ανάδειξη Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ο Κυρηνείας ήταν μόνιμα αμετακίνητος στο θέμα αυτό, ενώ οι Γεννάδιος και Άνθιμος έλεγαν μεν «ναι» στην επιλογή Μακαρίου, αλλά το συνόδευαν και με τον καθορισμό χρονικού ορίου. Ιδιαίτερα έντονη προς τον Μακάριο ήταν η πίεση των τριών το 1970, όταν έγινε η απόπειρα δολοφονίας του με την κατάρριψη του ελικοπτέρου του. Ο Μακάριος, όμως, δεν θέλησε ποτέ να τείνει «ευήκοον ους» στις εκκλήσεις των «εν Χριστώ αδελφών του». Κι ας του υποδείκνυαν σε κάθε περίπτωση, τον Ιερό Κανόνα ο οποίος απαγορεύει, επί ποινή καθαιρέσεως, την ανάληψη πολιτικού αξιώματος από ιερωμένο.
«Αι καταστάσεις εγκυμονούν και εμφύλιον πόλεμον»
ΣΤΟ κοινό έγγραφό τους προς τον Μακάριο κατά τη συνεδρία της Συνόδου, οι τρεις συνοδικοί τον κατηγορούσαν ευθέως ως υπεύθυνο «δια την θλιβεράν κατάστασιν ήτις έχει δημιουργηθεί εις την νήσον», για «την φθοράν η οποία έχει προκληθεί εις το κύρος της Εκκλησίας», για «τον σκανδαλισμόν του ποιμνίου και την ψυχικήν ζημίαν τούτου», καταστάσεις, όπως τόνιζαν, «αι οποίαι εγκυμονούν και εμφύλιον πόλεμον» και που όλες έχουν τη ρίζα τους «εις την υπό της υμετέρας Μακαριότητος ασκήσεως της κοσμικής εξουσίας».
ΜΕ βάση τις κατηγορίες τους αυτές, οι τρεις Μητροπολίτες πρόσθεταν πως οδηγήθηκαν «εις την απόφασιν, την οποίαν υπαγορεύει και της Εκκλησίας και της Νήσου το αληθές συμφέρον, να αξιώσωμεν την άμεσον παραίτησιν της Υμετέρας Μακαριότητος εκ του αξιώματος του Προέδρου της Δημοκρατίας της Κύπρου». Η αξίωση αυτή, τόνιζαν, με βάση τους Ιερούς Κανόνες, σήμαινε άμεση συμμόρφωση («αμελλητί», όπως ανέφεραν). Ταυτόχρονα, εξέφραζαν την ελπίδα ότι ο Αρχιεπίσκοπος θα έσπευδε να συμμορφωθεί στο αίτημά τους, αλλά και προειδοποιούσαν ότι σε αντίθετη περίπτωση δεν θα έμεναν απαθείς.
Ο Διγενής δεν γνώριζε για την κίνηση των Μητροπολιτών
Ο ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΓΡΙΒΑΣ δεν ήταν ενήμερος της πιο πάνω κίνησης των Μητροπολιτών. Ούτε και ασφαλώς συμφωνούσε μ’ αυτήν,την περίοδο εκείνη, κατά την οποία βρισκόταν στα σκαριά μια καλή, όπως νόμιζε, ευκαιρία για συνεργασία του με τον Μακάριο. Όμως, ένα λυπηρό γεγονός «έμπλεξε» τον Διγενή με τα εκκλησιαστικά και τον οδήγησε στο να δεχθεί βίαιες επιθέσεις και τόνους ύβρεων από της πλευράς των μακαριακών. Συγκεκριμένα: Το βράδυ της 2ας Μαρτίου κατά την οποία συνήλθε η Ιερά Σύνοδος και οι Μητροπολίτες Κιτίου και Πάφου είχαν μεταβεί στη Λεμεσό για διανυκτέρευση στο εκεί μέγαρο της Μητρόπολης, χιλιάδες μαινόμενοι μακαριακοί είχαν πολιόρκησαν το κτίριο.
Φώναζαν, ύβριζαν, απειλούσαν, πετούσαν πέτρες και ξύλα, με αποτέλεσμα να προκληθούν ζημιές σε υαλοπίνακες, πόρτες, παράθυρα και άλλον εξοπλισμό, Με βάση αυτά, οι δύο αρχιερείς και το προσωπικό της Μητρόπολης κινδυνέψαν να δολοφονηθούν.
ΠΡΟ του κινδύνου αυτού, άνθρωποι της Μητρόπολης τηλεφώνησαν στην Αστυνομία, η οποία είχε μεν σπεύσει στην Μητρόπολη, όμως η στάση της δεν ήταν τέτοια που να εξασφάλιζε τη σωματική ακεραιότητα όσων βρίσκονταν στο μέγαρο. Παρακολουθώντας τα γεγονότα από κοντά, ο εκ των στενών συνεργατών του στρατηγού Γρίβα, Σταύρος Σύρος, έσπευσε να ενημερώσει τον στρατηγό (που διέμενε τότε στη Λεμεσό), από τον οποίο και εξασφάλισε – όπως μαρτύρησε ο ίδιος ο Σύρος – την έγκριση για μετάβαση μιας ένοπλης ομάδας στην Μητρόπολη για σκοπούς ασφάλειας. Αυτό έγινε σε χρόνο ρεκόρ, με τους ενόπλους, που μπήκαν αθέατοι στην Μητρόπολη, να καιροφυλακτούν πίσω από τις πόρτες και σε άλλα καίρια σημεία του κτιρίου.
ΑΤΥΧΩΣ, όταν τις πρωινές ώρες της επομένης η ομάδα αποχωρούσε από τη Μητρόπολη, αφού οι συγκεντρωθέντες είχαν αποχωρήσει και στην περιοχή επικρατούσε απόλυτη ησυχία, συνέβη το εξής τραγικό: Το αυτόματο ενός των αποχωρούντων εκπυρσοκρότησε την ώρα που αυτός πηδούσε πάνω από το περιτοίχισμα του Μεγάρου και οι σφαίρες της ριπής που ακολούθησε έπληξαν θανάσιμα έναν αστυνομικό, τον Ποντίκη! Ήταν ο πρώτος νεκρός στην μακρά εμφύλια διαμάχη μεταξύ Ελλήνων, που ταλάνιζε την Κύπρο κατά την τελευταία της φάση, από το 1971 μέχρι και το θάνατο του Μακαρίου, το 1977...
Ἀπό τό ἀρχεῖο τοῦ Νίκου Παπαναστασίου, ἐδῶ κι᾿ἐδῶ.
Συνεχίζεται...
Πῶς καί γιατί φτάσαμε στήν 15η Ἰουλίου 1974 (μέρος Α΄)
Πῶς καί γιατί φτάσαμε στήν 15η Ἰουλίου 1974 (μέρος Β΄)
Ἡ Πελασγική
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου