Η κατάσταση των Ελλήνων μπροστά στο Μπιζάνι ήταν εφιαλτική. Στην Αθήνα ο Τύπος και η κοινή γνώμη που διαμορφωνόταν πίεζαν την Ελληνική ηγεσία να προχωρήσει σε επίθεση. Αυτό επιθυμούσε διακαώς ο Στρατηγός Σαπουντζάκης, ο οποίος ήλπιζε να κυριεύσει τα Ιωάννινα, πριν έλθει ο βασιλιάς Κωνσταντίνος με τις δυνάμεις του. Έτσι, οργάνωσε νέα επίθεση, χρησιμοποιώντας όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις του. Η κυβέρνηση προσπάθησε να τον εμποδίσει και ο Κωνσταντίνος του τηλεγράφησε να μην κινηθεί, αν ο ίδιος δεν έφτανε στην περιοχή. Τίποτε όμως δεν μπορούσε να συγκρατήσει τον Σαπουντζάκη που στις 7/20 Ιανουαρίου 1913 έκανε επίθεση, χωρίς να ειδοποιήσει ούτε τον Κωνσταντίνο ούτε την κυβέρνηση.
***
( ἐδῶ) |
Η ήττα ως τώρα των Τουρκικών δυνάμεων υπέθαλψε τα πάθη και την οργή εθνικιστικών στοιχείων που αξίωναν να συνεχιστεί ο πόλεμος μέχρις εσχάτων και όχι να υπάρχουν διαπραγματεύσεις και συνθηκολογήσεις.
Έτσι, την 10η Ιανουαρίου 1913 ο Εμβέρ και ο Ταλαάτ, ηγέτες των Νεοτούρκων εισέβαλαν στην Υψηλή Πύλη στην Κωνσταντινούπολη, σκότωσαν τον Ναζίτ πασά, που ήταν και ο Υπουργός των στρατιωτικών και εγκατέστησαν νέα κυβέρνηση με τον Μαχμούτ Σεφκέτ πασά στη θέση του Μεγάλου Βεζύρη. Με αυτόν τον τρόπο η επαναστατική κυβέρνηση των Νεοτούρκων διέκοψε τις διαπραγματεύσεις στο Λονδίνο και ξανάρχισε τον πόλεμο.
****
Κι ενώ οι καιρικές συνθήκες επιδεινώνονταν, η ηγεσία του Ελληνικού στρατού αποφασίζει να μεταφέρει τέσσερεις Μεραρχίες από τη Μακεδονία στην Ήπειρο. Μεσούντος του χειμώνος (Ιανουάριος 1913) η Διοίκηση του στρατού της Ηπείρου ανατέθηκε στο Διάδοχο Κωνσταντίνο. Η οχυρή θέση του Μπιζανίου περικυκλώνεται και απομονώνεται (18 με 19 Ιανουαρίου του 1913) σε μια προσπάθεια των Ελληνικών δυνάμεων να επιτεθεί στη δεξιά πλευρά των δυνάμεων των Τούρκων.
( φωτό ἀριστερά : Ζίγκμουντ Μινέϊκο,ὁ παππούς τοῦ Ἀνδρέα Παπανδρέου, κατά την παραμονή του στην Ήπειρο, εργάστηκε για λογαριασμό των τούρκων στις οχυρώσεις του Μπιζανίου έργα που τόσο πολύ δυσκόλεψαν τον ελληνικό στρατό κατά τις επιχειρήσεις κατάληψης των Ιωαννίνων...ἐδῶ)
Το Μπιζάνι είναι λόφος που προστατεύει από το Νότο τα Ιωάννινα. Γρανιτένιος σχεδόν δεσπόζει στο δρόμο Άρτας – Πρεβέζης – Ιωαννίνων. Για να κυριεύσει κανείς τα Ιωάννινα, πρέπει να ελέγχει το Μπιζάνι.
Σε αυτό οι Τούρκοι, εκμεταλλευόμενοι και το φυσικό οχυρό της θέσης, είχαν κάνει ένα απόρθητο σχεδόν φρούριο. Την κατασκευή και οχύρωσή του επέβλεψαν Γερμανοί αξιωματικοί και το κάλυψαν με χαρακώματα, πολυβολεία και πυροβολεία.
Επί τρεις μήνες επιχειρούσαν οι Έλληνες να το καταλάβουν με απανωτές επιθέσεις και δεν το κατόρθωναν. Εκτός αυτού ο χειμώνας του 1912/1913 ήταν ιδιαίτερα βαρύς, πράγμα που έκανε τη ζωή των Ελλήνων στρατιωτών ακόμα πιο δύσκολη.
Στην αρχή του Α΄ Βαλκανικού πολέμου οι Ελληνικές δυνάμεις ήταν χωρισμένες σε δύο «στρατιές». Η στρατιά της Θεσσαλίας περιελάμβανε επτά από τις οκτώ μεραρχίες. Η «στρατιά» της Ηπείρου στην πραγματικότητα ήταν ένα συγκρότημα από οκτώ τάγματα πεζικού και Εύζωνες καθώς και από μερικά σώματα εθελοντών (Κρήτες, Γαριβαλδινοί κλπ.).
Δεν ήταν «στρατιά» και ας την αποκαλούσαν έτσι, αφού διέθετε μόνο 7.800 άνδρες και 24 κανόνια. Είχε όμως επικεφαλής τον Στρατηγό Κ. Σαπουντζάκη, διάσημο για τη σοφία του και τη στρατηγική του. Ήταν ο άνθρωπος που είχε εκπαιδεύσει τον Κωνσταντίνο και θεωρείτο το πιο μορφωμένο στέλεχος του στρατού. Πολλοί τον θεωρούσαν άνθρωπο των γραφείων και δεν επιθυμούσαν να έχει την αρχηγία στην Ήπειρο.
Οι Τούρκοι στην Ήπειρο διέθεταν 30.000 άνδρες και 30 πυροβόλα. Αρχηγό τους είχαν τον Εσάτ πασά. Ως βάση τους χρησιμοποιούσαν τα Ιωάννινα και ήταν τετραπλάσιοι σε δύναμη από τους Έλληνες.
Σκοπός, αρχικά, της στρατιάς της Ηπείρου ήταν να μην απειληθεί από τα νώτα η στρατιά της Θεσσαλίας. Ο Σαπουντζάκης έπρεπε να κρατήσει τον Άραχθο ποταμό που αποτελούσε τότε τα σύνορα Ελλάδας και Τουρκίας στην Ήπειρο. Κανείς δε φανταζόταν τις εξαιρετικές επιθέσεις και τις κατακτήσεις των Ελλήνων.
Εδώ θα πρέπει να γίνει αναφορά στο «Στόλο του Ιονίου». (δες το ομώνυμο κεφάλαιο ἐδῶ) Τα παλαιότερα από τα σκάφη που διέθετε το Ελληνικό ναυτικό αποτελούσαν τον Στόλο του Ιονίου. Αναφέρονται ατμομυοδρόμωνες, ατμοβάριδες, ξύλινα μικρά σκάφη με κανόνια. Ανάμεσα σε αυτά υπήρχαν όμως και τρεις κανονιοφόροι που είχαν ναυπηγηθεί το 1880 σύμφωνα με τις προδιαγραφές (σε βύθισμα, τακτική κλπ.) που απαιτούνταν για τον Αμβρακικό κόλπο. (Για τον ανοργάνωτο Έλληνα αυτά τα πλοία ήταν ένα θαύμα προβλεπτικότητας.)
Τα παλαιά αυτά πλοία 52 τόνων, ταχύτητα 12 μιλίων και βύθισμα 1,5μ. ανέλαβαν να εισέλθουν στον Αμβρακικό την είσοδο του οποίου έφραζε το φρούριο της Πρέβεζας.
Οι κανονιοφόροι «Α» και «Β» με κυβερνήτες τους Υποπλοιάρχους, Ν. Ματικά και Κ. Μπούμπουλη τη νύχτα της 4ης προς 5ης Οκτωβρίου 1912 (17 / 18 Οκτωβρίου με το καινούριο ημερολόγιο) πέρασαν το στενό της Πρέβεζας, χωρίς να γίνουν αντιληπτά από τους Τούρκους και μπόρεσαν να πάρουν μέρος στις επιχειρήσεις που άρχισαν τη νύχτα εκείνη, βοηθώντας πολύ τον Ελληνικό στρατό.
Στις 21 Φεβρουαρίου 1913 ο Ελληνικός στρατός προελαύνει νικητής στα Ιωάννινα και μετά από λίγες ημέρες απελευθερώνεται και η πόλη του Αργυροκάστρου.
Η νέα κατάσταση υπαγόρευε στους Έλληνες την όσο το δυνατόν γρηγορότερη κατάκτηση της Ηπείρου, για να επανέλθουν οι δυνάμεις που βρίσκονταν στην Ήπειρο πίσω στη Μακεδονία, όπου αναμένονταν εξελίξεις. Έτσι, άρχισε μεγάλη προετοιμασία για επίθεση εναντίον των Ιωαννίνων.
Ο Βενιζέλος, γυρίζοντας από το Λονδίνο, επισκέφθηκε το μέτωπο της Ηπείρου στο Μπιζάνι και λίγο έλειψε εκεί να σκοτωθεί μαζί με τον Κωνσταντίνο. Παρόλες τις δυσκολίες έγινε η επίθεση 20 Φεβρουαρίου / 5 Μαρτίου 1913.
Με 80 κανόνια και 60.000 ενόπλους οι Έλληνες εξαπολύουν την τελική επίθεσή τους στο Μπιζάνι. Οι Τούρκοι καταρρέουν. Το Μπιζάνι απομονώνεται. Οι Εύζωνοι του Δ. Παπαδόπουλου φτάνουν στις παρυφές της πόλης των Ιωαννίνων.
Την επόμενη ημέρα 21 Φεβρουαρίου /6 Μαρτίου 1913 οι Τουρκικές δυνάμεις παραδίδονται.
Ο Αρχιστράτηγος Εσάτ πασάς καταθέτει τα όπλα (ο Εσάτ πασάς ήταν εξισλαμισμένος χριστιανός).
Ο Παβίτ πασάς αρνείται να παραδοθεί και με μικρή δύναμη διαφεύγει στην Αλβανία.
Στις 21/2 τα μεσάνυχτα υπογράφτηκε το πρωτόκολλο της παράδοσης των Ιωαννίνων. Εν ονόματι της Α.Β.Υ. Του διαδόχου υπέγραψαν οι λοχαγοί του Γενικού Επιτελείου κ.κ. Στρατηγός και Μεταξάς και ο τέως διοικητής Ιωαννίνων Βαχήπ Μπέης
Ο Κωνσταντίνος με το ακόλουθο τηλεγράφημα ενημερώνει. Τον πατέρα του, Βασιλιά Γεώργιο Α΄ για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων:
Ο Αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος εισέρχεται ελευθερωτής στα Ιωάννινα...το ημερολόγιο έγραφε 21η Φεβρουαρίου 1913. ἀπό ἐδῶ |
«ΕΜΙΝ ΑΓΑ σημ. 21 Φεβρουαρίου 1913
Α.Μ. Βασιλέα . Θεσσαλονίκη.
«Αλωθέντος υπό του ελληνικού στρατού ολοκλήρου του δυτικού μετώπου του φρουρίου των Ιωαννίνων και κυκλωθείσης της γραμμής των ερεισμάτων του Μπιζανίου και Καστρίτσης ο Εσάτ Πασσάς μοι εδήλωσε την στιγμήν ταύτην ότι ο στρατός του παραδίδεται αιχμάλωτος πολέμου. Λεπτομερείας μεγάλης νίκης του ανδρείου στρατού μας τηλεγραφήσω προσεχώς.
Κωνσταντίνος Διάδοχος»
Την επόμενη ημέρα 22/2/1913 ο Κωνσταντίνος μπαίνει θριαμβευτής στην πόλη των Ιωαννίνων. Με υπερηφάνεια αναγγέλλει τη νίκη των Ελλήνων στον Ελευθέριο Βενιζέλο.
Οι κάτοικοι παραληρούσαν. Γελούσαν, έκλαιγαν και φώναζαν Ζήτω η Ελλάς! Ζήτω ο Στρατός! Ζήτω ο Κωνσταντίνος! Πολλοί χαιρετούσαν ο ένας τον άλλο, λέγοντας «Χριστός Ανέστη», γιατί γι’ αυτούς ήταν ημέρα Ανάστασης. Κυανόλευκες σημαίες κυμάτιζαν στα μπαλκόνια των Ελλήνων. Στους δρόμους καταγής σαν κουρέλια κείτονταν Τουρκικές σημαίες.
Ο Διάδοχος Κωνσταντίνος κατευθύνθηκε προς τον Μητροπολιτικό ναό της Πόλης όπου ετελέσθη Δοξολογία. Παρόντες ήσαν οι Πρίγκιπες Ανδρέας, Χριστόφορος, Γεώργιος, Αλέξανδρος, ο Στρατηγός Δαγκλής και άλλοι Επιτελικοί... ( ἀπό ἐδῶ)
Ἡ Πελασγική
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου