Ανεπίδεκτη μαθήσεως αποδεικνύεται η ελληνική και η κυπριακή πολιτική ηγεσία, καθώς για μια ακόμη φορά επένδυσαν τις ελπίδες τους στην υποτιθέμενη αλλαγή πλαισίου που θα έφερνε στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και στο Κυπριακό το «καθάρισμα» του παιγνιδιού της εξουσίας στην Τουρκία από τον Ταγίπ Ερντογάν.

Κάνοντας λάθος, όπως και προηγούμενες ελληνικές και κυπριακές κυβερνήσεις, και κάνοντας την ανάγκη φιλοτιμία, επιχειρούν να διαχειριστούν μείζονα γεωπολιτικά και στρατηγικής σημασίας ζητήματα με όρους… ψυχολογικούς και εσωτερικής πολιτικής, καταλήγοντας έτσι σε εντελώς λανθασμένα συμπεράσματα.

Έτσι, Αθήνα και Λευκωσία, υπομένουν την ψυχρολουσία που τους επεφύλαξε ο Τ. Ερντογάν επισκεπτόμενος τα Κατεχόμενα, αρκούμενες σε δηλώσεις που εκφράζουν «απογοήτευση»…
Και μάλιστα ο Αντ. Σαμαράς παγιδεύτηκε από την τουρκική πλευρά στην αποδοχή μιας συνάντησης, προχθές, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Κάρντιφ, όπου φυσικά μόνο σε διάλογο κουφών θα μπορούσε να καταλήξει, με δεδομένες τις ακραίες θέσεις του Ερντογάν για το Κυπριακό και την απαράθετη παρέμβασή του στα εσωτερικά της Ελλάδας, με τις αναφορές του στη μουσουλμανική μειονότητα. Με τη συνάντηση αυτή δόθηκε η λανθασμένη εικόνα διεθνώς ότι οι ηγέτες της Τουρκίας και της Ελλάδας συζητούν το Κυπριακό και επομένως οι δύο χώρες έχουν το ίδιο μερίδιο ευθύνης και τον ίδιο ρόλο στην επίλυση του προβλήματος, ενώ εμπεδώνεται διεθνώς η αντίληψη ότι υπάρχει μειονοτικό ζήτημα στη Θράκη για το οποίο υπάρχει νομιμοποιημένο ενδιαφέρον από την Τουρκία.

Ο τρόπος με τον οποίο ο κ. Αναστασιάδης έχει εκτεθεί, δείχνοντας θέση αδυναμίας στη διαπραγμάτευση με την τουρκική πλευρά (μέχρι τώρα φυσικά που διαπιστώνει το τραγικό αδιέξοδο) και έχοντας εναποθέσει πολλές ελπίδες στον Ταγίπ Ερντογάν, θεωρώντας ότι θα εκτιμούσε ο τούρκος ηγέτης το γεγονός ότι ως αρχηγός της αντιπολίτευσης επισκέφθηκε την Άγκυρα και συναντήθηκε μαζί του, αφορά πρωτίστως τη Λευκωσία.

Όμως η Αθήνα έχει δώσει λανθασμένα μηνύματα το τελευταίο διάστημα.

Ο κ. Βενιζέλος, άγνωστο γιατί, επέλεξε να αναβαθμίσει την ελληνική εκπροσώπηση στην «ενθρόνιση» του Ταγίπ Ερντογάν, μεταβαίνοντας ο ίδιος στην Άγκυρα, όταν θα μπορούσε η χώρα μας να εκπροσωπηθεί είτε από τον πρέσβη στην Άγκυρα είτε, στην καλύτερη περίπτωση, από έναν υφυπουργό Εξωτερικών.

Ο κ. Βενιζέλος, με την έγκριση φυσικά του πρωθυπουργού, βρέθηκε να συνωστίζεται μεταξύ εκπροσώπων διαφόρων χωρών που δεν ενοχλούνται να χαρακτηρίζονται ως τουρκογενείς, από άλλες χώρες του μουσουλμανικού κόσμου, και απλούς διπλωμάτες των ευρωπαϊκών χωρών. Δεν είναι τυχαίο ότι οι ΗΠΑ δεν εκπροσωπηθήκαν ούτε καν σε πρεσβευτικό επίπεδο στέλνοντας στην τελετή τον επιτετραμμένο της πρεσβείας τους.

Παρά την προσπάθεια που έγινε να δοθεί η εντύπωση ότι ο κ. Βενιζέλος είχε σοβαρές συνομιλίες (έστω και στο πόδι) με τον Ερντογάν, τον Νταβούτογλου και τον νέο ομόλογό του Μ. Τσαβούσογλου, αυτές οι «επαφές» εξαντλήθηκαν σε βιαστικές χειραψίες, ενώ είναι ενδεικτικό του τι συνέβη, το συμβάν με την περίφημη επιστολή του Ν. Αναστασιάδη που θα μετέφερε στον Ερντογάν ο κ. Βενιζέλος. Ο ίδιος ο Ερντογάν δήλωνε άγνοια για την επιστολή, για να μάθουμε εκ των υστέρων ότι την επιστολή είχε ο πρέσβης Α. Μητσιάλης που συνόδευε τον κ. Βενιζέλο και την παρέδωσε στον υφυπουργό Εξωτερικών Φ. Σινιρλίογλου.

Το πλέον προκλητικό όμως είναι ότι ο κ. Ερντογάν δεν φαίνεται να εκτιμά τις κινήσεις καλής θέλησης της Αθήνας και της Λευκωσίας και έδειξε ότι στο Κυπριακό πλέον είναι στρατηγικός στόχος να επιβληθεί λύση «χαλαρής ομοσπονδίας δύο κρατών» που θα διευκολύνει την επιρροή της Τουρκίας και στο ελληνοκυπριακό «κρατίδιο» και θα εξασφαλίζει στην Άγκυρα μερίδιο από το φυσικό αέριο.

Εντύπωση όμως προκάλεσε η απροκάλυπτη και έντονη επίθεσή του εναντίον της Ελλάδας με αιχμή, σταθερά, τη Θράκη και τη μουσουλμανική μειονότητα.

Έχει ενδιαφέρον όμως να δούμε κωδικοποιημένα τι είπε ο κ. Ερντογάν:

• Στο Κυπριακό δεν θα γίνει αποδεκτή άλλη λύση πέραν αυτής των δύο κρατών. Λύση με «ομοσπονδιακή δομή που θα στηρίζεται στα δύο κράτη που θα αποδέχονται τη σημασία της πολιτικής ισότητας». Και προειδοποίησε ότι η Τουρκία δεν θα επιτρέψει να αντιμετωπιστούν οι Τουρκοκύπριοι ως μειονότητα.

• Κατήγγειλε την Ελλάδα ότι δεν υιοθετεί -όπως η Τουρκία-, ως εγγυήτρια δύναμη, πολιτικές που θα διευκολύνουν τη λύση. Ένας πραγματικά ανιστόρητος ισχυρισμός, καθώς εξισώνει την δύναμη εισβολής και κατοχής με την Ελλάδα.

• Ζήτησε να έχουν μερίδιο και οι Τουρκοκύπριοι από το όφελος που θα προκύψει με την ανακάλυψη και εξόρυξη κοιτασμάτων του φυσικού αερίου στην κυπριακή ΑΟΖ.

• Για τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης ο κ. Ερντογάν, προκλητικά και πάλι, δήλωσε ότι είναι ουσιαστικά τυπική διαδικασία η απόφαση για επαναλειτουργία της, αλλά έσπευσε να συνδέσει το θέμα αυτό με ανταλλάγματα στη Θράκη αλλά και στην Αθήνα.

Στο πλαίσιο αυτό ανέφερε την υπόσχεση που είχε λάβει από τον Κ. Καραμανλή και την Ντόρα Μπακογιάννη για επισκευή και λειτουργιά παλιών οθωμανικών τζαμιών στην Αθήνα, ενώ για τη Θράκη επανήλθε ζητώντας να επιτραπεί η εκλογή «αρχιμουφτή» και εκλογή των θρησκευτικών λειτουργών της μειονότητας. Με ανιστόρητο τρόπο μάλιστα επικαλέστηκε το γεγονός ότι δόθηκε άδεια σε μη τούρκους ορθόδοξους κληρικούς να αποκτήσουν την τουρκική υπηκοότητα ώστε να μπορέσει να συμπληρωθεί η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου. (Λησμονώντας ότι η λειψανδρία στο Οικουμενικό Πατριαρχείο οφείλεται στον διωγμό του Ελληνισμού από την Τουρκία και στο κλείσιμο της Θεολογικής Σχολής.)

 paron