Άρθρα

Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2013

«Η Ελλάδα ήταν, που έσωσε την ψυχή της ανθρωπότητας»

Η Μάχη της Πίνδου (28 Οκτωβρίου-13 Νοεμβρίου 1940) υπήρξε, μαζί με την Μάχη Ελαίας - Καλαμά, μια από τις πιο αποφασιστικές ένοπλες συμπλοκές των πρώτων ημερών του Ελληνοϊταλικού πολέμου (1940-1941) που απέκοψαν την ιταλική είσοδο στο ελληνικό έδαφος.

Οι ελληνικές δυνάμεις που υπερασπίζονταν τον τομέα της Πίνδου ήταν το Απόσπασμα Πίνδου, υπό τον συνταγματάρχη Κωνσταντίνο Δαβάκη, που αριθμούσε 2.000 και με αποστολή να αμυνθεί στην γραμμή: όρος Σμόλικας-Μόλικας-Καστάνιανη-Κιάφα-Καταφύκι. Οι Ιταλοί παρέταξαν την 3η Μεραρχία αλπινιστών «Τζούλια», δύναμης 10.800 ανδρών. Αποστολή της ήταν να κινηθεί μέσω των ορεινών διαβάσεων προς το Μέτσοβο.

Η Μάχη της Πίνδου τελείωσε με θρίαμβο των ελληνικών όπλων. Μερίδιο της νίκης ανήκει στους κατοίκους των χωριών της περιοχής. Άνδρες, γυναίκες και παιδιά βοήθησαν τα μάχιμα τμήματα μεταφέροντας τρόφιμα, πυρομαχικά και άλλα εφόδια στην πλάτη τους, επειδή όσα ζώα υπήρχαν στην περιοχή είχαν επιταχθεί. Επίσης βοηθούσαν στη μεταφορά τραυματιών στα μετόπισθεν με μεγάλη αυτοθυσία και αυταπάρνηση. Η βοήθειά τους ήταν πολύτιμη και από μια άλλη άποψη: η επίδειξη του πατριωτισμού τους επιδρούσε ευνοϊκά στο ηθικό των μαχητών.
Η Μάχη της Πίνδου ήταν μια από τις πιο αποφασιστικές και δραματικές του Ελληνοϊταλικού Πολέμου. Αν η επίλεκτη Μεραρχία Αλπινιστών κατόρθωνε να επιτύχει τον στόχο της και κατελάμβανε το Μέτσοβο, οι ελληνικές δυνάμεις του μετώπου της Ηπείρου θα χωρίζονταν από εκείνες της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας. Επίσης δημιούργησε την αυτοπεποίθηση στην ελληνική διοίκηση ότι μπορούσε να εξαπολύσει και επιθετικές επιχειρήσεις κατά του εισβολέα.
Όπως προαναφέρθηκε, στη νίκη συνέβαλαν πολλοί παράγοντες. Όμως τα εύσημα ανήκουν στον Έλληνα στρατιώτη

Διαρκούντος ακόμα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου ο Σκωτσέζος πατριώτης (υπερασπιστής της ανεξαρτησίας της Σκωτίας) και συγγραφέας Compton Mackenzie (Κόμπτον Μακένζι, 1883–1972) έγραψε (το 1944), ένα βιβλίο με τίτλο "Άνεμος Ελευθερίας" (‘Wind of Freedom: The history of the invasion of Greece by the Axis powers, 1940–1941’) εμπνευσμένο από την πολεμική κραυγή των Ελλήνων "Αέρα! Αέρα!”. Τα λόγια ενός ξένου που ένιωθε πραγματική ευγνωμοσύνη προς τους Έλληνες αποτελούν πραγματικό ύμνο:
«…Πρέπει να τονιστεί μία ακόμα φορά ότι ο Έλληνας στρατιώτης δεν πολεμούσε μόνο κάτω από συνθήκες που ήταν οι κατάλληλες για να αποδείξει τις ικανότητές του σαν μαχητής, αλλά ότι κάθε Έλληνας στρατιώτης πίστευε ότι ο ίδιος ήταν η Ελλάδα, και όχι απλά η Ελλάδα της εποχής του, αλλά η Ελλάδα των τριών χιλιάδων χρόνων.

Αν ένας άνδρας στην παθιασμένη αποφασιστικότητά του να υπερασπίσει την γυναίκα και την οικογένειά του και τις ελιές που έχει στο χωριό του, νοιώθει τον εαυτό του σαν έναν από τις δέκα χιλιάδες του Μιλτιάδη ή τους τριακόσιους του Λεωνίδα, θα είναι τρομερός αντίπαλος πραγματικά… Η στρατηγική και η τακτική της Ελληνικής Ανώτατης Διοίκησης ήταν τέλεια προσαρμοσμένες στον τύπο πολέμου που έπρεπε να διεξάγει και τα μέσα που είχε… Όμως η στρατηγική αυτή και η τακτική θα ήταν άχρηστη χωρίς τους άνδρες που θα ήταν ικανοί να ξεπεράσουν την πιο αιματηρή θεωρία με εκείνο που φαινόταν υπεράνθρωπη πράξη».

«Η ελληνική άρνηση υποταγής ήταν για την ανθρωπότητα ένας δεύτερος Μαραθώνας και έτσι θα την θεωρήσει η Ιστορία όταν τελειώσει αυτός ο μεγάλος, φρικτός πόλεμος. Ο σύγχρονος χρονογράφος τουλάχιστον δεν διστάζει να προβλέψει αυτή την άποψη βεβαιώνοντας ότι αν η Ελλάδα είχε δεχθεί τις απαιτήσεις των άνανδρων Ιταλών θα είχε αλλάξει όλη η ροή των γεγονότων, επειδή η Ρωσία θα είχε συντριβεί το φθινόπωρο του 1941.

Η Ελλάδα ήταν, που έσωσε την ψυχή της ανθρωπότητας, αυτή η μικρή ορεινή χώρα η τριγυρισμένη από θάλασσα όπου γεννήθηκε πρώτα η ελευθερία.

Και ο απλός στρατιώτης ήταν εκείνος που έσωσε την Ελλάδα. Η επιδέξια στρατηγική του Μεταξά, ο ταχύς αυτοσχεδιασμός του Γενικού Στρατηγείου, η ταχυκινησία των ορεινων πυροβόλων, η γενναιοψυχία του τοπικού πληθυσμού, η ενθουσιώδης συνδρομή της RAF, δεν θα ωφελούσαν σε τίποτα αν δεν μπορούσε να νοιώσει κάθε στρατιώτης ότι μέσα του ήταν όλο Ελλάδα και αν δεν σήκωνε τις ευθύνες του τόσο αποφασιστικά όσο σήκωνε το τουφέκι του…χωρίς ελπίδα ενισχύσεων ή αντικατάστασης, τρεφόμενος επί μέρες με ο,τι τρόφιμα είχε μαζί του, αντιμετωπίζοντας το δριμύ ψύχος και τις χιονοθύελλες με μια μόνο κουβέρτα, προχώρησε πολεμώντας σε κορφές τρεις χιλιάδες μέτρα ψηλές και πέθανε εκεί ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, έχοντας στην σκέψη του τις ελιές του χωριού, τα κουδούνια από τα πρόβατα και τις κατσίκες του στα λιβάδια της Αρκαδίας, τα λουσμένα στον αφρό νησιά του Αιγαίου, τους θορυβώδεις δρόμους της Αθήνας και τα ρυακια της Θεσσαλίας».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου