Σύμβολο της Αθανασίας, της Ειρήνης,
της Χρυσής εποχής, της ανανεώσεως της Ζωής,
της γονιμότητας, της προστασίας.
Αφιερωμένη στην Αθηνά και στον Ηρακλή, στην Ήρα και στον Δία.
Αιωνόβια, πολύμορφη, φουντωτή ή πανύψηλη, κάτω από τις φροντίδες του ανθρώπου ή απεριποίητη και μοναχική σε απόμακρα μέρη, στέκει ζηλευτή και αδάμαστη.
Η ελιά λόγω της αιωνόβιας φύσης της, ακολουθεί στενά την μοίρα του ανθρώπου. Ο άνθρωπος την αγαπά. Την αγαπά και την σέβεται σαν κάτι που τον συνδέει με τους προγόνους.
«Χιλιόχρονοι ανεμοδαρμένοι κορμοί, με τις ριπές του χρόνου, όμοιες αδελφές της ανθρωπότητας ή μήπως εμείς τους μοιάζουμε; Δεν υπάρχει άλλο δέντρο που να μπορεί να διηγηθεί τόσο καλά, τόσο ευωδιαστά την ιστορία του ανθρώπου.
Πως πεθαίνει μια ελιά; Αδειάζοντας μέχρι να μείνει ένα κουφάρι! Πως πεθαίνει ένας άνθρωπος; Αδειάζοντας μέχρι που να μείνει κόκκαλα!».
Έχουν γραφεί άπειρα κείμενα γύρω απ’ αυτό το ευλογημένο δέντρο, το Ιερό Δέντρο της θεάς. Ιστορικοί, αρχαιολόγοι, κοινωνιολόγοι, πολιτικοί και φυσιοδίφες έχουν αναφερθεί σ’ αυτό αναρίθμητες φορές.
Οι απλοί άνθρωποι το ξεχώρισαν για τις ιδιαίτερες θρεπτικές ιδιότητες του, οι μυθιστοριογράφοι και οι ποιητές εξύμνησαν την αξία και την αντοχή του. Οι ζωγράφοι εμπνεύστηκαν από τις βαθιές χαρακιές και τις μεγάλες τρύπες, που ανοίγει ο χρόνος στους κορμούς του οι πνευματικοί άνθρωποι διέγνωσαν τον βαθύτερο συμβολισμό του, γι’ αυτό και το χρησιμοποίησαν για να επισημάνουν τις ανώτερες αρετές του ανθρώπου.
Το δώρο της θεάς της Σοφίας έκριναν οι πολίτες της νεοϊδρυθείσας πόλις του Κέκροπα ότι ήταν πολυτιμότερο για την ζωή τους από το δώρο του θαλασσοκράτορα Ποσειδώνα.
Ο Σοφοκλής στο έργο του «Οιδίπους επί Κολωνώ» βεβαιώνει ότι η ελιά είναι ένα δέντρο που το γέννησε η αθηναϊκή γη και ήταν υπό την προστασία των θεών.
«Ακμάζει στην χώρα αυτή η γαλαζοπράσινη ελιά, που τρέφει τα παιδιά*, φυτό που γεννήθηκε από τη γη, που δεν το έφτιαξαν χέρια, αντικείμενο φόβου των εχθρών, που μέχρι τώρα δεν άκουσα να βλάστησε στην Ασία ούτε στην Πελοπόννησο. Το δέντρο αυτό κανένας άρχοντας, ούτε γέρος, ούτε νέος θα καταστρέψει, διότι το μάτι του Μορίου Διός, που τα πάντα βλέπει, και η γλαυκώπις Αθηνά το προστατεύουν»
Ο Αριστοτέλης (384-323 π.Χ), στο βιβλίο του Αθηναίων Πολιτεία αναφέρει ότι η ελιά προστατευόταν νομοθετικά από την Πολιτεία.
Γνωστή στους αρχαίους ως: αγριελαία, αγριέλαιος, αγρίππος, άγριφος, ειρεσιώνη**, κότινος, ράχος, στρείπτος, φύλια.
Ο Όμηρος στην Ιλιάδα αναφέρει ότι στην Ιωνία γινόταν συστηματική καλλιέργεια της ελιάς. Οι πλούσιοι και οι ευγενείς θεωρούσαν το λάδι σαν το πολυτιμότερο αγαθό τους. Οι Τρωικοί ήρωες έκρυβαν στα θησαυροφυλάκια τους αυτό το πανάκριβο μύρο και με τα κλαδιά της ελιάς, έφτιαχναν τα νυφικά τους κρεβάτια.
Οι πινακίδες της Γραμμικής Β΄ που βρέθηκε στην Πύλο, στο Ανάκτορο της Κνωσού, και στις Μυκήνες, μαρτυρούν την οικονομική αξία της για τους κατοίκους του 14ου και του 13ου αιώνα π.Χ. Τα κουκούτσια της ελιάς που βρέθηκαν μέσα σε αγγεία στις ανασκαφές των Αχαρνών και της Κνωσού, χρονολογούνται το 1450 π.Χ. Οι ελιές, που βρέθηκαν στη Ζάκρο, και τα κουκούτσια που υπήρχαν σε πολλούς τάφους της Μεσσαράς, είναι της ίδιας εποχής. Μία τοιχογραφία της Κνωσού του 16 π.Χ. , απεικονίζει ένα θαυμάσιο ελαιώνα.
Η Ελιά δεν θα ήταν δώρο θεϊκό, αν ήταν μόνο παράγοντας πλούτου. Ένα θεϊκό δώρο πρώτα απ’ όλα θα πρέπει να έχει γνωρίσματα του δωρητή. Και σαν δώρο της θεάς της Σοφίας, οι ιδιότητες του θα πρέπει να είναι θεραπευτικές-εξαγνιστικές και ωφέλιμες για τον άνθρωπο. Το λάδι, για αιώνες ήταν και είναι, η κύρια τροφή των κατοίκων της Μεσογείου, ήταν το μύρο για τον καλλωπισμό της πόλεως, αλλά και του ανθρωπίνου σώματος. Η ελιά δεν λείπει από την πολιτική, από τις εορτές, από τις θρησκευτικές τελετές, από την κοινωνική ζωή των κατοίκων. Είναι ένα δώρο που έχει την δύναμη να θρέψει, να γιατρέψει, να ζεστάνει, να φωτίσει, να δώσει πλούτο, να δημιουργήσει ισχύ. Ένα αντάξιο δώρο της δωρήτριας.
Οι Αθηναίοι τίμησαν την ελιά. Σε νομίσματα τους, πολλές φορές, απεικόνιζαν την Αθηνά να φορά στεφάνι ελιάς πάνω από το κράνος της. Χάραξαν πάνω τους δοχεία λαδιού, η καρπούς ελιάς, για να τονίσουν την θρεπτική τους αξία. Τα διακοσμούσαν με κλαδιά γεμάτα ανθούς, για να δείξουν την ευγνωμοσύνη τους προς το δέντρο, που τους προσέφερε τα πλούσια δώρα του για αιώνες.
Το στεφάνι από ελιά, που φορούσε η νικήτρια στα Ηραία, ταύτιζε την νικηφόρο παρθένο, με την Ήρα, με την Σελήνη. Το στεφάνι από αγριελιά, που έπαιρνε ο νικητής των Ολυμπιακών αγώνων, αντιπροσώπευε το Δία. Και τα δυό μαζί συμβόλιζαν τον Ιερό Γάμο της Ήρας και του Δία. Τον Ιερό Γάμο του Ήλιου και της Σελήνης.
Ελιά: Το Δώρο της θεάς της Σοφίας στους Ανθρώπους!
*Στην αρχαιότητα που δεν υπήρχαν πιπίλες για τα μωρά, έραβαν μια γλυκιά ελιά σε ένα λεπτό πανί και την έδιναν στα μωρά.
**Ειρεσιώνη ή είρος: ήταν ένας κλάδος ελιάς, τυλιγμένος με μαλλί, τον οποίο περιέφεραν τα παιδιά, από σπίτι σε σπίτι, στις γιορτές των Πυανεψίων και Θαργηλίων, (τις ημέρες των Χριστουγέννων). Στο τέλος της ημέρας, (Πρωτοχρονιάς), το κρεμούσαν στο πάνω μέρος της πόρτας, όπου και παρέμεινε εκεί μέχρι την επόμενη χρονιά.
πηγή
Το μάζεμα της ελιάς
Το μάζεμα της ελιάς ήταν πάντα οικογενειακή υπόθεση. Ο
πατέρας μου μας ξυπνούσε μετά το χάραμα. Εγώ και τα 2 μικρότερα αδέρφια μου, τρώγαμε
βιαστικά πρωινό, φορτώναμε τα χτένια, τα πανιά, τα ξύλινα σκαμπό και τις σκάλες
και ξεκινούσαμε για το κτήμα.
Με τις πρώτες ηλιαχτίδες, ήμασταν κάτω από τις ελιές να
στρώνουμε τα πανιά. Μετά στήναμε τα σκαμπό, τις σκάλες και ξεκινούσαμε.
Πρώτα
πιάναμε τα χαμηλά κλαδιά, γεμάτα από παραφορτωμένες ελιές. Με τα χτένια,
ρίχναμε τις ελιές πάνω στα πανιά. Μετά σειρά είχαν τα ψηλότερα σημεία του
δέντρου, όπου τα φτάναμε ανεβασμένοι πάνω στα σκαμπό.
Μερικές φορές από τη βιασύνη μας χάναμε την ισορροπία και πέφταμε. Γέλια και πειράγματα….
Μερικές φορές από τη βιασύνη μας χάναμε την ισορροπία και πέφταμε. Γέλια και πειράγματα….
Μόνο ο πατέρας μας ανέβαινε στη σκάλα για να πιάσει τα
ψηλότερα κλαδιά της ελιάς. Όταν τελειώναμε το δέντρο, μετακινούσαμε τα πανιά
στο επόμενο και η διαδικασία ξεκινούσε πάλι από την αρχή.
Μετά από 2 ή 3 δέντρα, ανάλογα το πόσο βαριά ήταν τα πανιά,
σταματούσαμε για να φορτώσουμε τις ελιές σε τσουβάλια. Οι γυναίκες, η μητέρα
μου και η γιαγιά μου, έπεφταν στα γόνατα και καθάριζαν τα περισσότερα φύλλα,
πριν μαζέψουμε τις ελιές σε τσουβάλια.
Εμείς θέλαμε να πάμε στο επόμενο δέντρο, αλλά ο πατέρας μας μας έβαζε
κι εμάς στα γόνατα για να τελειώνουμε πιο γρήγορα. Τα πειράγματα και οι
ιστορίες έδιναν και έπαιρναν και κάπως έτσι περνούσε η μέρα μας
Το απόγευμα, κατεβάζαμε τα τσουβάλια με τις ελιές μας στο
λιτρίβι και επιστρέφαμε στο σπίτι κουρασμένοι.
Την επόμενη μέρα πηγαίναμε για
να δούμε το πρωτόλαδο μας να βγαίνει αχνιστό και παχύρευστο από τα
πιεστήρια. Ο πατέρας μας καψάλιζε ζυμωτό ψωμί στη σχάρα, το βουτούσε
στο ζεστό λάδι, του έβαζε λίγη ρίγανη και μας τάιζε. Ήταν το νοστιμότερο
ψωμί
του κόσμου εκείνο το ψωμί!
από : elaioladoargolida
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου