Άρθρα

Τετάρτη 15 Ιουνίου 2016

Πρωτόκολλα τῶν σοφῶν τῆς Σιών, κεφάλαιο Α΄ : Ἐμεῖς εἴμαστε ἐκεῖνοι πού πρῶτοι ῥίξαμε στούς λαούς τίς λέξεις : «Ἐλευθερία, Ἰσότης, Ἀδελφότης»,λέξεις πού ἐπαναλαμβάνονται ἀπό ἀνόητους παπαγάλους τούς ὁποίους χρησιμοποιοῦμαι μέσῳ αὐτοῦ τοῦ δελεάσματος,γιά τήν καταστροφή τῆς εὐημερίας τοῦ κόσμου






Ας αφήσωμεν κάθε φρασεολογίαν και ας μελετήσωμεν •καθ’ εαυτήν έκαστην ιδέαν, διασαφηνίζοντες την κατάστασιν δια συγκρίσεων και συλλογισμών.
Μέλλω λοιπόν να διατυπώσω το σύστημα μας περί της απόψεως σας και της απόψεως των Χριστιανών.
Προ παντός δέον να παρατήρηση τις ότι οι άνθρωποι οι έχοντες κακά ένστικτα είναι πολυαριθμότεροι των εχόντων καλά τοιαύτα. Τούτου ένεκα επιτυγχάνει τις τα καλλίτερα αποτελέσματα, διοικών τους ανθρώπους δια της βίας και του τρόμου, και ουχί δι’ ακαδημαϊκών συζητήσεων. Έκαστος άνθρωπος ποθεί την έξουσίαν, πάς τις προσπαθεί να γίνει δικτάτωρ, εάν δύναται, και εν ταύτω ολίγοι υπάρχουσιν οι μη όντες έτοιμοι να θυσιάσωσιν όλην την περιουσίαν των άλλων δια να εξασφαλίσωσι την ιδικήν των.
Τι συνεκράτησε τα άγρια θηρία, τα οποία ονομάζομεν ανθρώπους; Τι τους καθωδήγησεν έως τώρα; Κατά την έναρξιν της κοινωνικής τάξεως οι άνθρωποι υπετάχθησαν εις την κτηνώδη και τυφλήν ισχύν, αργότερα εις τον νόμον, όστις δεν είναι παρά η ίδια ισχύς, αλλά μετημφιεσμένη. Συμπεραίνω εκ τούτου, ότι συμφώνως προς τον νόμον της φύσεως, το δίκαιον είναι εν τη ισχύ.
Η πολιτική ελευθερία είναι μία ιδέα και ουχί εν πράγμα. Πρέπει να ηξεύρη τις να εφαρμόζη την ίδέαν ταύτην όταν εχη ανάγκην να παρασύρη τας λαϊκάς μάζας εις το κόμμα του δια του θέλγητρου μιας ιδέας, εάν το κόμμα τούτο έχη θέσει ως σκοπον να κατασυντρίψη το εν τη εξουσία, κόμμα. Το πρόβλημα τούτο αποβαίνει εύκολον εαν ο αντίπαλος κατέχη την εξουσίαν ταύτην εκ της ιδέας της ελευθερίας, ην ονομάζομεν φιλελευθερίαν, και εάν θυσιάζη μέρος της δυνάμεως του υπέρ της ίδέας ταύτης. Και εδώ ίσα – ίσα θα εμφανισθή ο θρίαμβος της θεωρίας μας: Τα χαλαρωθέντα. ηνία της εξουσίας εφαρπάζονται αμέσως, δυνάμει του νόμου της ζωής, υπό άλλων χειρών, διότι η τυφλή ισχύς του λαού δεν δύναται να μείνη ούτε μίαν ημέραν άνευ οδηγού, και διότι η νέα εξουσία δεν κάμνει άλλο παρά να καταλαμβάνει την θέσιν της πρώην, εξασθενησάσης (φθαρείσης) δια της φιλελευθερίας.
Εις τας ημέρας μας η δύναμις του χρυσού αντικατέστησε την εξουσίαν των φιλελευθέρων Κυβερνήσεων. Υπήρξε καιρός καθ’ ον εκυβέρνα η πίστις. Η ιδέα της ελευθερίας είναι απραγματοποίητος, διότι κανείς δεν ηξεύρει να κάμη χρήσιν αυτής με το πρέπον μέτρον. Αρκεί να αφήση τις επί τινα χρόνον τον λαόν να αυτοκυβερνηθή, ίνα η αυτονομία αυτή μεταβληθή πάραυτα εις αναρχίαν. Και τότε αναφύονται διχόνοιαι, αίτινες μεταβάλλονται τάχιστα εις κοινωνικάς διαμάχας, αι οποίαι υποσκάπτουν και αφανίζουν τα Κράτη.
Εάν εν Κράτος εξαντλήται με διαμάχας και ταραχάς πολιτικάς η με εμφυλίους έριδας, περιπίπτει εις το έλεος των εξωτερικών εχθρών και δύναται να θεωρήται ως ανιάτως χαμένον: είναι τότε εις την εξουσίαν μας. Η κυριαρχία του κεφαλαίου, το οποίον είναι εντελώς εις χείρας μας, του εμφανίζεται ως μία σανίς σωτηρίας, εις ην εξαναγκάζεται εκών άκων να στηριχθή ίνα μη καταποντισθή.
Εκείνον τον οποίον η φιλελευθέρα ψυχή του θα ήγεν εις το να ονομάση τους συλλογισμούς τούτους ανηθίκους, θα τον ηρώτων: Εάν παν Κράτος έχη δύο εχθρούς, και εάν του είναι επιτετραμμένον να μεταχειρισθή εναντίον του εξωτερικού εχθρού, χωρίς τούτο να θεωρήται ως ανήθικον, όλα τα μαχητικά μέσα, ως λ.χ. το να μη του γνωστοποιήση τα επιθετικά η αμυντικά μέσα
του, το να το καταλάβη αιφνιδιαστικώς την νύκτα, η με δυνάμεις ανωτέρας· διατί αυτά ταύτα τα μέτρα, χρησιμοποιούμενα εναντίον εχθρού χειροτέρου, ο οποίος θα κατέστρεφε την κοινωνικήν τάξιν και την ιδιοκτησίαν, θα απεκαλούντο παράνομα και ανήθικα;
Εν ισορροπημένον πνεύμα δύναται να ελπίζη ότι θα άγη μετ’επιτυχίας τα πλήθη δια συνετών προτροπών και δια της πειθούς, όταν η οδός είναι ανοικτή εις την αντιλογίαν, έστω και παράλογον, αρκεί μόνον αυτή να φαίνεται επαγωγός εις τον λαόν, ο οποίος αντιλαμβάνεται τα πάντα επιπολαίως; 0ι άνθρωποι είτε είναι εκ του όχλου είτε μη, οδηγούνται αποκλειστικώς υπό των μικρών παθών των, υπό των δεισιδαιμονιών των, υπό των εθίμων των, υπό των παραδόσεων των και των αισθηματικών θεωριών των: είναι δούλοι, της διαιρέσεως των κομμάτων, τα οποία ανθίστανται και εις την λογικωτέραν συνεννόησιν. Πάσα απόφασις του πλήθους εξαρτάται εκ μίας πλειοψηφίας τυχαίας η, το κάτω – κάτω επιπολαίας· ο λαός εν αγνοία των πολιτικών μυστικών λαμβάνει αποφάσεις παραλόγους· εν είδος αναρχίας εξολοθρεύει, την Κυβέρνησιν.
Η πολιτική δεν έχει τίποτε το κοινόν με την ηθικήν. Η Κυβέρνησις ήτις αφήνεται να οδηγήται δια της ηθικής, δεν είναι πολιτική και επομένως η εξουσία της είναι εύθραυστος.
Εκείνος ο οποίος θέλει να επικρατήση, οφείλει να είναι και πανούργος και υποκριτής. Τα μεγάλα λαϊκά προτερήματα – η ειλικρίνεια και η τιμιότης – είναι ελαττώματα εις την πολιτικήν, διότι ανατρέπουσι τους βασιλείς εκ του θρόνου των ευχερέστερον από τον ισχυρότερον εχθρόν. Τα προτερήματα ταύτα οφείλουσι να είναι τα προσόντα των χριστιανικών Βασιλείων, ημείς δεν οφείλομεν καθόλου να τα λαμβάνωμεν ως οδηγούς.
Ο σκοπός μας είναι να κατέχωμεν την ισχύν. Η λέξις «δίκαιον» είναι αφηρημένη ιδέα, την οποίαν τίποτε δεν δικαιολογεί. Η λέξις αυτή σημαίνει απλούστατα : «δότε μοι ό,τι θέλω δια να δύναμαι να αποδεικνύω δι αυτού του τρόπου ότι είμαι ισχυρότερος από σας». Που αρχίζει το δίκαιον και που τελειώνει;
Εις Κράτος, του οποίου η εξουσία είναι κακώς διωργανωμένη, του οποίου οι νόμοι και η Κυβέρνησις έφθασαν να είναι ίσοι δι’ ολους ένεκα των απειραρίθμων δικαιωμάτων, τα οποία η φιλελευθερία εδημιούργησε, βλέπω ότι δύναμαι. να επιπέσω, δυνάμει του νόμου του ισχυροτέρου, να επιβάλω χείρα επί των νόμων, να ανατρέψω το παν εν αύτω και να γίνω ο κύριος των εγκαταλειψάντων τα δικαιώματα, τα οποία η ισχύς των τους έδιδε και οι οποίοι τα απηρνήθησαν εκουσίως, φιλελευθέρως.
Λόγω της παρούσης αστάθειας όλων των εξουσιών, η δύναμις μας θα είναι διαρκεστέρα πάσης άλλης, διότι θα είναι ακατανίκητος μέχρι της στιγμής καθ’ ην θα ερριζωθή τόσον καλά, ώστε καμμία πανουργία να μη δυνηθή ποτέ να την εξολόθρευση…
Εκ του παροδικού κακού, το οποίον είμεθα τώρα υποχρεωμένοι να κάμωμεν, θα γεννηθή το καλόν ακλονήτου κυβερνήσεως, το οποίον θ’αποκαταστήση την κανονικήν λειτουργίαν του μηχανισμού της εθνικής υπάρξεως, του διαταραχθέντος δια της φιλελευθερίας. Το αποτέλεσμα θα δικαίωση τα χρησιμοποιηθέντα μέσα. Εις τα σχέδια μας ας προσέξωμεν ολιγώτερον επί του καλού και του ηθικού, παρά επί του αναγκαίου και του ωφελίμου.
Έχομεν ενώπιον μας σχέδιον, εις το οποίον εκτίθεται σιρατηγικώτατα η γραμμή, εκ της οποίας δεν δυνάμεθα ν’ απομακρυνθώμεν χωρίς να διακινδυνεύσωμεν να ίδωμεν κατεστραμμένους τους αγώνας πολλών αιώνων.
∆ια να εύρωμεν τα μέσα, τα οποία άγουσι προς τον σκοπόν τούτον, πρέπει να λάβωμεν υπ’ όψιν μας την δειλίαν, την αστάθειαν, την παλινωδίαν του πλήθους, την ανικανότητα του εις το να εννοήση και να εκτιμήση τους όρους του ιδίου αυτού βίου και της ευημερίας του. Πρέπει να εννοήσωμεν, ότι η δύναμις του πλήθους είναι τυφλή και άφρων. Το πλήθος δεν λογικεύεται, ακούει δεξιά και αριστερά.Ό τυφλός δεν δύναται, οδηγών άλλον τυφλόν, να μη τον οδηγήση εις τον κρημνόν. Ωσαύτως οι άνθρωποι του πλήθους, οι εκ του λάου προερχόμενοι, έστω και πεπροικισμένοι δι’ εξαιρετικής ευφυίας, εάν δεν εννοούν από πολιτικήν, δεν δύνανται να έχουν την απαίτησιν να οδηγώσι το πλήθος, χωρίς να καταστρέψωσιν ολόκληρον το έθνος.
Μόνον άτομον, προειτοιμασθέν από της παιδικής του ηλικίας εις την μοναρχίαν, δύναται να γνωρίζη την πολιτικήν διάλεκτον και την πολιτικήν πραγματικότητα. Λαός αυτοδιοικούμενος, ούτως ειπείν, δηλ. διοικούμενος δια των αναδεικνυομένων παρ’ αυτού κυβερνητών του, είναι προωρισμένος να καταστραφή εκ των διαφωνιών των κομμάτων, τας οποίας διεγείρει η δίψα της
εξουσίας, και εκ των ανωμαλιών και ατασθαλιών, αίτινες προέρχονται εκ τούτου. Είναι δυνατόν εις τας λαϊκάς μάζας να σκέπτωνται ήρεμα, χωρίς εμφυλίους αντιζηλίας, να διευθύνωσι τας υποθέσεις της χώρας, αι οποίαι δεν δύνανται να συγχέωνται με τα ατομικά συμφέροντα; ∆ύνανται να υπερασπισθώσιν εναντίον των εξωτερικών εχθρών; Αυτό είναι αδύνατον. Σχεδόν κατανεμόμενον εις τόσας κεφαλάς, όσαι υπάρχουσι τοιαύται εις το πλήθος, χάνει την ενότητα του, αποβαίνει ακατανόητον και απραγματοποίητον.
Μόνον ο μονάρχης δύναται να επεξεργάζεται ευρέα και σαφή σχέδια, να δίδη εις κάθε πράγμα την θέσιν του εν τω μηχανισμώ της διοικητικής μηχανής. Συμπεραίνοντες λοιπόν λέγομεν, ότι κυβέρνησις ωφέλιμος εις την χώραν και ικανή να επιτύχη τον σκοπόν αυτόν, τον οποίον προτίθεται, οφείλει να συγκεντρώνηται εις τας χείρας ενός μόνου υπευθύνου ατόμου. Άνευ απολυταρχίας πολιτισμός δεν δύναται να υπάρξη· ούτος δεν είναι έργον των μαζών, αλλά του οδηγού των, οιοσδήποτε και αν είναι ούτος. Το πλήθος είναι βάρβαρον, δεικνύον την βαρβαρότητα του εν πάση ευκαιρία. Άμα το πλήθος λαμβάνη εις χείρας του την ελευθερίαν, την μετατρέπει τάχιστα εις αναρχίαν, ήτις είναι ο ύψιστος βαθμός της βαρβαρότητος.
ΙΙροσέξατε αυτά τα εξ οινοπνεύματος μεθυσμένα ζώα, απεκτηνωμένα υπό της απεριορίστου πόσεως, το δικαίωμα της οποίας εδόθη συγχρόνως με την ελευθερίαν. ∆εν δυνάμεθα να επιτρέψωμεν όπως οι ημέτεροι εκπέσωσιν εις τοιούτον βαθμόν… Οι χριστιανικοί λαοί απεκτηνώθησαν δια των ισχυρών ποτών, η νεολαία των απεβλακώθη δια των κλασικών σπουδών και δια της προώρου ακολασίας, εις την οποίαν την έχουσιν ωθήσει οι πράκτορες μας – οικοδιδάσκαλοι, υπηρέται, γυναίκες παιδαγωγοί εις τους οίκους των πλουσίων – οι υπάλληλοι μας αλλαχού, αι γυναίκες μας εις τους τόπους διασκεδάσεων των χριστιανών. Εις τον αριθμών των τελευταίων τούτων, δέον να προσθέσωμεν και τας ονομαζομένας «γυναίκας του κόσμου» μιμουμένας εκουσίως τας ακολασίας των και τας ηδυπαθείας των.
Το σύνθημά μας είναι η ισχύς και η υποκρισία. Μόνη η ισχύς δύναται να θριαμβεύση εν τη πολιτική και προ πάντων εάν εμφωλεύη εις τα προτερήματα τα αναγκαία εις τους πολιτευομένους. Η βία οφείλει να είναι μία αρχή, η πανουργία και η υποκρισία κανών δια τας κυβερνήσεις, αίτινες δεν θέλουσι να παραδώσωσι το κύρος των εις χείρας των πρακτόρων νέας ισχύος. Αυτό το κακόν είναι το μόνον μέσον δια να επιτυχή τις τον σκοπόν, δηλ. το καλόν. ∆ια τούτο δεν οφείλομεν να σταματώμεν ενώπιον της διαφθοράς, της απάτης και της προδοσίας, οσάκις αύται δύνανται να μας χρησιμεύσωσι προς επιτυχίαν του σκοπού μας. Εν τη πολιτική πρέπει να ηξεύρωμεν να παίρνωμεν την ιδιοκτησίαν των άλλων άνευ δισταγμού εφ’ όσον δυνάμεθα να επιτύχωμεν, δια του μέσου τούτου, την υποταγήν και την έξουσίαν.
Το Κράτος μας, εν τη ειρηνική ταύτη κατακτήσει, έχει το δικαίωμα να αντικαταστήση τας φρικαλεότητας του πολέμου δια καταδικών εις θάνατον ολιγώτερον ορατών και περισσότερον ωφελίμων, αναγκαίων προς διατήρησιν του τρόμου εκείνου, ο οποίος κάμνει τους λαούς να υπακούωσι τυφλώς. Άκρα αυστηρότης, αλλά και άκαμπτος, είναι ο μεγαλύτερος παράγων της ισχύος ενός Κράτους. Και δεν είναι λοιπόν μόνον οφελός μας, είναι καθήκον μας, δια να επιτύχωμεν την νίκην, να ακολουθώμεν αυτό το πρόγραμμα της βίας και της υποκρισίας. Τοιούτον δόγμα, βασιζόμενον επί υπολογισμού, είναι τόσον αποτελεσματικόν, όσον και τα μέσα τα οποία μεταχειρίζεται. Και θα θριαμβεύσωμεν και θα υποδουλώσωμεν όλας τας κυβερνήσεις εις την υπερτάτην κυβέρνησίν μας ουχί μόνον δι’ αυτών των μέσων, αλλά και δι’ αυτού του δόγματος της αυστηρότητας. Θα αρκέση να γνωρίζουν οι άνθρωποι οτι είμεθα άκαμπτοι, διότι ούτω παύει πάσα ανυποταξία.
Ημείς είμεθα εκείνοι, οι οποίοι πρώτοι έχομεν ρίψει εις τον λαόν τας λέξεις: «Ελευθερία, Ισότης, Αδελφότης», λέξεις επαναλαμβανόμενες τοσάκις μετά ταύτα υπό ανόητων ψιττακών, οίτινες προσελκυόμενοι πανταχόθεν, δι’ αυτού του δελεάσματος, δεν χρησιμοποιούνται δι’ άλλο τι παρά δια να καταστρέψωσι την ευημερίαν του κόσμου, την αληθή ατομικήν ελευθερίαν, την άλλοτε τόσον καλώς προφυλασσομένην εναντίον του εξαναγκασμού του συρφετού. Άνθρωποι, οίτινες ενόμιζον εαυτούς ευτυχείς, δεν ηδυνήθησαν να κατανοήσωσι καλώς την κεκρυμμένην έννοιαν αυτών των λέξεων, δεν είδον ότι αι λέξεις αύται αντέφασκον προς αλλήλας, δεν είδον οτι δεν υπάρχει ισότης εν τη φύσει, ότι δεν δύναται νσ υπάρχη ελευθερία, ότι αυτή αύτη η φύσις συνέστησε την ανισότητα των πνευμάτων, των χαρακτήρων και διανοιών, άτινα είναι τόσον
ισχυρώς υποτεταγμένα εις τους νόμους της· οι άνθρωποι αυτοί δεν εννόησαν ότι το πλήθος είναι δύναμις τυφλή, ότι αυτοί τους οποίους εκλέγει δια να το κυβερνήσωσι, δεν είναι ολιγώτερον τυφλοί από αυτό το ίδιον, οτι ο μεμυημένος, έστω και ηλίθιος, δύναται να κυβερνήση, ενώ η πληθύς των μη μεμυημένων, έστω και ευφυών, δεν εννοεί τίποτε από πολιτικήν. Όλαι αυταί αι θεωρίαι δεν ήλθον εις τον νουν των Χριστιανών· εν τούτοις επ’ αυτών εστηρίζετο η αρχή της δυναστικής Κυβερνήσεως· ο πατήρ μετεβίβαζεν εις τον υιόν του τα μυστικά της πολιτικής, άγνωστα εις τους μη όντας μέλη της βασιλευούσης οικογενείας, ίνα μη κανείς δυνηθή να προδώση το μυστικόν. Βραδύτερον η έννοια της κληρονομικής μεταβιβάσεως των αληθών αρχών της πολιτικής εχάθη, H επιτυχία του έργου μας έπηυξήθη δια τούτου.
Εις τον κόσμον όμως αι λέξεις «Ελευθερία, Ισότης, Αδελφότης», έφερον εις τας τάξεις μας δια της μεσολαβήσεως των αφωσιωμένων πρακτόρων μας, ολοκλήρους λεγεώνας ανθρώπων, οι οποίοι ύψωναν μετ’ ενθουσιασμού τας σημαίας μας. Και όμως αι λέξεις αυταί κατέτρωγον την ευημερίαν όλων των μη Ιουδαίων, καταστρέφουσαι όλα τα θεμέλια των Κρατών των. Θα ιδήτε κατωτέρω ότι τούτο εχρησίμευσεν εις τον θρίαμβόν μας. Τούτο μας έδωσε μεταξύ άλλων την δυνατότητα του να επιτύχωμεν το σπουδαιότερον αυτού, ήτοι να καταργήσωμεν τα προνόμια και αυτήν την ουσίαν της αριστοκρατίας των Χριστιανών και το μόνον μέσον της αμύνης, το οποίον ηδύναντο να έχωσιν εναντίον ημών οι Λαοί και τα Έθνη. Επί των ερειπίων της κληρονομικής και της φυσικής αριστοκρατίας ανηγείραμεν την διανοητικήν και οικονομολογικήν αριστοκρατίαν μας. Ελάβομεν ως κριτήριον της νέας ταύτης αριστοκρατίας τον πλούτον, όστις εξαρτάται εξ ημών, και την επιστήμην, ήτις διευθύνεται υπό των σοφών μας.
Ο θρίαμβος μας διηυκολύνθη προσέτι δια του γεγονότος, ότι εις τας σχέσεις μας με τους ανθρώπους, των οποίων έχομεν ανάγκην, ηδυνήθημεν πάντοτε να θίξωμεν τας ευαισθητοτέρας χορδάς του ανθρωπίνου πνεύματος, τον υπολογισμόν, την απληστίαν, το ακόρεστον των υλικών αναγκών του ανθρώπου· εκάστη των ανθρωπίνων τούτων αδυναμιών, λαμβανομένη κεχωρισμένως, είναι ικανή να καταπνίξη το πνεύμα της πρωτοβουλίας, θέτουσα την θέλησιν των ανθρώπων εις την διάθεσιν του αγοράζοντος την δραστηριότητα των.
Η αφηρημένη ιδέα της ελευθερίας παρέσχε την δυνατότητα του να κάμνη τις τα πλήθη να πιστεύωσιν ότι κυβέρνησις δεν είναι άλλο παρά διαχειριστής του ιδιοκτήτου της χώρας, δηλαδή του Λαού, και ότι δύναται τις να την αλλάξη, όπως αλλάζη το υποκάμισόν του.
Το αμετάθετον των αντιπροσώπων του Λαού έθετε τούτους εις την διάθεσίν μας, εξηρτώντο εκ της εκλογής μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου